Δικαιώματα και Υποχρεώσεις σε Περιπτώσεις Κλοπής Πιστωτικής / Χρεωστικής Κάρτας

Οι πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες είναι μέσα πληρωμών, που είναι ευρέως διαδεδομένα στις καθημερινές μας συναλλαγές. Εντούτοις, ευρέως διαδεδομένες είναι και οι περιπτώσεις μη εγκεκριμένης χρήσης τέτοιων καρτών από τρίτους σε βάρος του νομίμου κατόχου είτε κατόπιν απώλειας, υπεξαίρεσης ή κλοπής είτε κατόπιν μη εγκεκριμένης χρέωσης.

Νομικό Πλαίσιο

Με την Οδηγία 2007/64/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στην Ελληνική έννομη τάξη με τον πρόσφατο Ν. 3862/2010, η Ευρωπαϊκή Ένωση εισήγαγε μία σειρά ευνοϊκών ρυθμίσεων για τους καταναλωτές – χρήστες πιστωτικών / χρεωστικών καρτών, προκειμένου να διασφαλίσει τα χρήματά τους σε περίπτωση μη εγκεκριμένων πληρωμών και, έτσι, να θωρακίσει την καταναλωτική εμπιστοσύνη σε τέτοια μέσα πληρωμών. Οι διατάξεις των άρθρων 51 – 60 του παραπάνω νόμου παρέχουν στους χρήστες πιστωτικών καρτών υποχρεώσεις και δικαιώματα σε περιπτώσεις μη εγκεκριμένων πληρωμών, που κάθε χρήστης κάρτας πρέπει να γνωρίζει, για να περιφρουρεί αποτελεσματικά τα χρήματά του.

Δικαιώματα & Υποχρεώσεις σε Περίπτωση Απώλειας, Υπεξαίρεσης ή Κλοπής Πιστωτικής Κάρτας

Κατ’ αρχάς κάθε χρήστης κάρτας έχει την αυτονόητη υποχρέωση να λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο για την ασφαλή φύλαξη του σώματος αυτής, των στοιχείων που αναγράφονται σε αυτή καθώς και του προσωπικού κωδικού, που τη συνοδεύει.

Επιπρόσθετα, σε περίπτωση μη εγκεκριμένης πληρωμής εξαιτίας απώλειας, κλοπής ή υπεξαίρεσης της κάρτας ή οποιασδήποτε άλλης μη εγκεκριμένης χρήσης της κάθε καταναλωτής – χρήστης υποχρεούται να ειδοποιεί σχετικώς την εκδότρια τράπεζα αμέσως μόλις κάτι τέτοιο υποπέσει στην αντίληψή του και πάντως το αργότερο μέχρι και 13 μήνες από την ημερομηνία χρέωσης (άρθρα 53 και 55 του νόμου). Η παραπάνω υποχρέωση είναι πολύ σημαντική, καθώς αν ο καταναλωτής – χρήστης δεν ανταποκριθεί σε αυτή, χάνει μία σειρά πολύ αποτελεσματικών δικαιωμάτων, με βάση τα οποία μπορεί να περιφρουρήσει την περιουσία του και να απαιτήσει από την τράπεζα τα ποσά, με τα οποία ζημιώθηκε.

Τα οφέλη από την έγκαιρη γνωστοποίηση για τον καταναλωτή – χρήστη είναι ιδιαιτέρως σπουδαία. Κατ’ αρχάς, από την χρονική στιγμή της γνωστοποίησης η εκδότρια τράπεζα οφείλει να αποτρέπει κάθε χρήση της απωλεσθείσας κάρτας (άρθρο 54 παρ. 1δ΄του νόμου). Έτσι, από την γνωστοποίηση και έπειτα ο καταναλωτής διασφαλίζει πλήρως τα χρήματά του από μη εγκεκριμένες χρεώσεις της πιστωτικής του κάρτας.

Πιο σημαντικό, αν από πλευράς του καταναλωτή – χρήστη τηρήθηκε η υποχρέωση άμεσης γνωστοποίησης, η εκδότρια τράπεζα οφείλει να του επιστρέφει αμέσως το ποσό της μη εγκεκριμένης πληρωμής/ών, το οποίο ο τελευταίος απώλεσε (άρθρο 57 του νόμου). Η υποχρέωση επιστροφής του απωλεσθέντος ποσού δεν είναι απόλυτη, καθώς ακόμη και κατά το διάστημα από την απώλεια της κάρτας μέχρι την ειδοποίηση της εκδότριας τράπεζας ο καταναλωτής – χρήστης θα επιβαρυνθεί για τυχόν ζημίες που απορρέουν από τη χρήση της μέχρι το ποσό των 150 ευρώ (άρθρο 58 παρ. 1 του νόμου). Έτσι, ο οικονομικός κίνδυνος από μη εγκεκριμένες πληρωμές στην πραγματικότητα μοιράζεται μεταξύ τράπεζας και καταναλωτή με τον περιορισμό των 150 € για τον τελευταίο.

Δικαιώματα & Υποχρεώσεις σε Περίπτωση Μη Εγκεκριμένων ή Υπέρογκων Χρεώσεων

Εκτός από τις περιπτώσεις μη εγκεκριμένων πληρωμών εξαιτίας απώλειας, κλοπής ή υπεξαίρεσης πιστωτικής / χρεωστικής κάρτας συμβαίνουν συχνά στην πράξη και περιπτώσεις μη εγκεκριμένων ή υπέρογκων χρεώσεων πιστωτικής κάρτας. Τέτοιες περιπτώσεις ανακύπτουν όταν υπάρχει ανώμαλη εξέλιξη των συναλλαγών μεταξύ του καταναλωτή – χρήστη της κάρτας και τρίτων.

Σε τέτοιες περιπτώσεις ο καταναλωτής – χρήστης έχει το δικαίωμα να αιτηθεί από την εκδότρια τράπεζα την επιστροφή των αχρεωστήτων μέσα σε οκτώ εβδομάδες από την ημερομηνία χρέωσης της κάρτας του, αν (α) πρώτον, κατά την έγκριση δεν προσδιορίσθηκε το ακριβές ποσό της πράξης πληρωμής και (β) δεύτερον, το ποσό της πράξης πληρωμής υπερβαίνει το ποσό που θα ανέμενε εύλογα ο πληρωτής λαμβάνοντας υπόψη τη μορφή, τις προηγούμενες συνήθειες εξόδων του, τους όρους της σύμβασης – πλαισίου και τις σχετικές περιστάσεις της υπόθεσης (άρθρο 59 του νόμου).

Ακυρότητα Αντίθετων Συμβατικών Όρων

Οι διατάξεις νόμου, που εγκαθιδρύουν τα παραπάνω δικαιώματα του καταναλωτή – χρήστη, αποτελούν αναγκαστικό δίκαιο υπέρ του τελευταίου. Αυτό συνεπάγεται ότι οι τράπεζες απαγορεύεται να δεσμεύουν τους χρήστες των πιστωτικών τους καρτών με γενικούς όρους συναλλαγών (ΓΟΣ), που παρεκκλίνουν εις βάρος των τελευταίων από τις διατάξεις του Ν. 3862/2010. Αν τέτοιοι ΓΟΣ υπογραφούν, θα είναι άκυροι. Ωστόσο, οι τράπεζες μπορούν να αποφασίζουν να προσφέρουν ευνοϊκότερους όρους στους καταναλωτές τους (άρθρο 80 του νόμου.

Νομική Συμβουλή : Αμέσως αφού υποπέσει στην αντίληψή σας απώλεια της πιστωτικής σας κάρτας ή εκτέλεση μη εγκεκριμένης χρέωσης αυτής από συναλλαχθέντα με εσάς τρίτο, ενημερώστε την εκδότρια τράπεζα. Αν έχουν εκτελεστεί μη εγκεκριμένες πληρωμές, ζητήστε γραπτώς πίσω και άμεσα τα χρήματά σας, αποστέλλοντας και τα όποια σχετικά αποδεικτικά έγγραφα.

Περισσότερα

Οδηγία 2007/64/ΕΚ
Νόμος 3862/2010