Εισπρακτικές Εταιρείες : Νομικό Πλαίσιο & Προστασία Οφειλετών

Η δεινή οικονομική κρίση προκαλεί σε πολλούς συνανθρώπους μας αδυναμία να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Από την άλλη για την αναζήτηση των χρημάτων τους οι διαφόρων ειδών δανειστές, είτε πρόκειται επιχειρήσεις (λ.χ. τράπεζες, εταιρείες τηλεπικοινωνιών) είτε για φυσικά πρόσωπα, καταφεύγουν σε εταιρείες ενημέρωσης ή, κατά το λαϊκότερο, σε εισπρακτικές εταιρείες, αναθέτοντάς τους την εντολή να ενημερώνουν τους οφειλέτες για την ανάγκη εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους.

Στα μέσα μαζικής ενημέρωσης συχνά γίνεται λόγος για παραβάσεις της νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων και καταχρηστικές πρακτικές από εισπρακτικές. Είναι όντως συχνό το φαινόμενο τέτοιες εταιρείες να παραβιάζουν τον νόμο, ακολουθώντας άκρως πιεστικές και προσβλητικές πρακτικές σε βάρος οφειλετών. Είναι λοιπόν εξαιρετικά σημαντικό να γνωρίζουμε τα δικαιώματά μας απέναντι σε τέτοιες πρακτικές των εισπρακτικών εταιρειών, ώστε να μπορούμε να προστατευτούμε από αυτές με αποτελεσματικό τρόπο.

Ορισμός

Ως εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις ορίζονται στον νόμο οι “κεφαλαιουχικές εταιρίες που έχουν ως αποκλειστικό καταστατικό σκοπό την εξώδικη ενημέρωση οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών χρηματικών οφειλών τους έναντι δανειστών, πριν από τη διενέργεια δικαστικών πράξεων και το στάδιο έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, που προέρχονται από συμβάσεις πίστωσης και εγγύησης και νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, όπως αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, χορήγηση δανείων, εγγυήσεων και πιστώσεων, χρήση πιστωτικών καρτών, καθώς και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής των οφειλών, κατ` εντολή και για λογαριασμό των δανειστών, σύμφωνα με τις αρχές του άρθρου 4 του παρόντος” (άρθρο 3 § 3 Ν. 3758/2009).

Δανειστές χαρακτηρίζονται από τον νόμο τα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, που συναλλάσσονται στην αγορά και παρέχουν στους πελάτες τους πίστωση οποιασδήποτε μορφής, όπως πιστωτικά ιδρύματα, ανώνυμες εταιρίες παροχής πιστώσεων, ασφαλιστικές εταιρίες, εταιρίες κοινής ωφελείας, εταιρίες παροχής σταθερών και κινητών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εταιρίες πώλησης καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών (άρθρο 3 § 2 Ν. 3758/2009).

Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις συνιστά κάθε εξώδικη ενέργεια στην οποία προβαίνουν οι Εταιρείες προκειμένου να ενημερώσουν τους οφειλέτες για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών τους έναντι δανειστών, οι οποίες προσδιορίζονται από συμβάσεις και άλλα νόμιμα έγγραφα, όπως δανειστικά συμβόλαια, τιμολόγια, φορτωτικές, δελτία αποστολής, τα οποία διέπουν τη μεταξύ του δανειστή και του οφειλέτη σχέση (άρθρο 3 § 5 Ν. 3758/2009).

Νομικό Πλαίσιο

Η ισχύουσα νομοθεσία επιτρέπει την παροχή υπηρεσιών ενημέρωσης οφειλετών με σκοπό το κέρδος, θεσπίζει όμως αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις για την άσκηση μίας τέτοιας δραστηριότητας. Οι βασικοί κανόνες ρύθμισης των εισπρακτικών εταιρειών βρίσκονται στα άρθρα 1 – 12 του Ν. 3758/2009 (στο εξής ο “Νόμος”). Σκοπός του Ν. 3758/2009 είναι η θέσπιση αρχών συναλλακτικής συμπεριφοράς, κανόνων λειτουργίας και κρατικής εποπτείας των εταιρειών ενημέρωσης οφειλετών (άρθρο 1 του Νόμου). Επιπλέον, ο Ν. 3758/2009 έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 36 του Ν. 4038/2012, οι διατάξεις του οποίου εισήγαγαν ρυθμίσεις βελτιωμένης προστασίας για τους οφειλέτες.

Για τα ζητήματα (α) διαβίβασης από τους δανειστές στις εισπρακτικές προσωπικών δεδομένων των οφειλετών, (β) καταγραφής τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, (γ) σύστασης και γνωστοποίησης των αντίστοιχων αρχείων και (δ) τήρησης των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των νόμων 2472/1997 και 3471/2006.

Έννομες Υποχρεώσεις των Εταιρειών Ενημέρωσης

Για την έναρξη των εργασιών τους στην αρμόδια ΔΟΥ οι εισπρακτικές εταιρείες υποχρεούνται πρώτα σε εγγραφή στο σχετικό μητρώο της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, το οποίο είναι διαθέσιμο ηλεκτρονικά σε κάθε ενδιαφερόμενο πολίτη. Απαγορεύεται δε με απειλή σοβαρότατου προστίμου σε οποιονδήποτε δανειστή η ανάθεση εντολών ενημέρωσης οφειλετών σε εταιρείες, που δεν είναι εγγεγραμμένες στο παραπάνω μητρώο καθώς και σε δικηγόρους ή δικηγορικές εταιρείες (άρθρα 4 παρ. 2, 7 και 9 παρ. 3 του νόμου). Επιπλέον, απαγορεύεται η είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών από τις ίδιες τις εισπρακτικές καθώς και η οποιαδήποτε περαιτέρω οικονομική επιβάρυνση του οφειλέτη εξαιτίας της ανάθεσης ενημέρωσής του σε αυτές (άρθρο 4 παρ. 3 και 7 του νόμου).

Κατά την ενημέρωση του οφειλέτη οι εισπρακτικές υποχρεούνται :

  • Να τηρούν τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας περί προστασίας του καταναλωτή, περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής, του τραπεζικού απορρήτου, της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών (άρθρο 2 του νόμου).
  • Να σέβονται τις αρχές της επαγγελματικής δεοντολογίας, της ευπρέπειας, της συναλλακτικής ευθύτητας, της ειλικρίνειας κατά την επικοινωνία, της διαφάνειας, του σεβασμού της προσωπικότητας, της ιδιωτικής ζωής, της υγείας, της ασφάλειας, του τραπεζικού απορρήτου και της συμβατικής και οικονομικής ελευθερίας (άρθρο 4 παρ. 1του νόμου).
  • Να διαθέτουν εμφανή τον αριθμό προέλευσης κλήσης, να παρέχουν πλήρη και σαφή ενημέρωση στους οφειλέτες, τόσο για το ονοματεπώνυμο του καλούντος υπαλλήλου και την ιδιότητα του, όσο και για τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας. Δεν επιτρέπεται επίσης να αντιποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο κατά την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες την επωνυμία ή το διακριτικό τίτλο των δανειστών – εντολέων τους (άρθρο 6 παρ. 2 του νόμου).
  • Να τηρούν ηλεκτρονικό αρχείο στο οποίο καταγράφονται τα στοιχεία όλων των τηλεφωνικών επικοινωνιών προς τον οφειλέτη, και ειδικότερα η ημερομηνία, η ώρα και η οφειλή για την οποία έγινε η επικοινωνία. Κατά την έναρξη της επικοινωνίας ο οφειλέτης θα πρέπει να ενημερώνεται για την καταγραφή των ανωτέρω στοιχείων και τη διάρκεια τήρησής τους καθώς και ότι η καταγραφή γίνεται για τη διασφάλιση των δικών του δικαιωμάτων. Τα στοιχεία αυτά καταστρέφονται μετά την πάροδο ενός έτους από την τελευταία επικοινωνία (άρθρο 6 παρ. 7 του νόμου).
  • Να παρέχουν, μετά από αίτηση του οφειλέτη ή μετά από αίτημα της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, εντός δέκα ημερών και χωρίς επιβάρυνση αντίγραφο με τα στοιχεία των τηλεφωνικών επικοινωνιών που αφορούν στο συγκεκριμένο οφειλέτη (άρθρα 6 παρ. 7 και 8 παρ. 2 του νόμου). Ο οφειλέτης μπορεί επίσης να αιτείται χωρίς χρέωση από τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους και να λαμβάνει εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης κατάσταση με τα συναφή δεδομένα κίνησης των τηλεφωνικών συνδέσεων, καθώς και τα αναγνωριστικά στοιχεία της ταυτότητας του συνδρομητή της τηλεφωνικής σύνδεσης από την οποία πραγματοποιήθηκε η επικοινωνία με τον οφειλέτη προκειμένου να ελεγχθεί καταγγελία για παραβίαση των διατάξεων του Ν. 3758/2009 (άρθρο 6 παρ. 8 του νόμου).

Απαγορεύεται ρητά από τον νόμο (άρθρο 5) στις εισπρακτικές να προβαίνουν σε αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές προς τους οφειλέτες, όπως είναι κυρίως :

  • Η άσκηση σωματικής βίας, ψυχολογικής πίεσης περί διακινδύνευσης του επαγγέλματος, των περιουσιακών στοιχείων ή της ζωής του οφειλέτη ή των οικείων του.
  • Η επίδειξη προσβλητικής συμπεριφοράς ή η χρήση προσβλητικών εκφράσεων εναντίον του οφειλέτη ή και των οικείων του.
  • Η δυσφήμιση ή η απειλή δυσφήμισης του οφειλέτη στο οικογενειακό ή εργασιακό περιβάλλον του.
  • Η εκμετάλλευση περιστάσεων αντικειμενικής αδυναμίας του οφειλέτη.
  • Η απειλή λήψης μη νόμιμου μέτρου σε βάρος του.
  • Η παραπλανητική πληροφόρηση του οφειλέτη.
  • Οι κατ` οίκον ή στο χώρο εργασίας του οφειλέτη επισκέψεις, καθώς και οι επισκέψεις σε άλλους χώρους αυστηρώς προσωπικούς, όπως νοσοκομεία.
  • Η όχληση των οικείων προσώπων του.

Τέλος, εξαιρετικά σημαντικές είναι οι προστατευτικές ρυθμίσεις του νόμου με βάση τις οποίες (α) η επικοινωνία με τον οφειλέτη πρέπει να γίνεται δέκα ημέρες αφότου η οφειλή κατέστη ληξιπρόθεσμη, (β) με συχνότητα οχλήσεων όχι πέραν της μίας ανά δεύτερη ημέρα και κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες 09:00 με 20:00 και (γ) η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη δεν επιτρέπεται παρά μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας από τον τελευταίο (άρθρο 4 παρ. 4).

Έννομες Υποχρεώσεις των Δανειστών

Από τον Ν. 3758/2009 οι δανειστές φέρουν τις εξής υποχρεώσεις :

  1. Απαγορεύεται να εκχωρούν στις ίδιες τις εισπρακτικές τις απαιτήσεις τους έναντι των οφειλετών (άρθρο 9 § 1 του Νόμου).
  2. Απαγορεύεται να αναθέτουν εντολές ενημέρωσης οφειλετών σε εταιρείες, που δεν είναι εγγεγραμμένες στο σχετικό μητρώο της ΓΓΚ καθώς και σε δικηγόρους ή δικηγορικές εταιρείες (άρθρα 4 § 2, 7 και 9 § 3 του Νόμου).
  3. Υποχρεούνται να παρέχουν εντολή προς ενημέρωση μόνο για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, οι οποίες δεν απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις (άρθρο 9 § 3 του Νόμου).
  4. Απαγορεύεται να αναθέτουν άνω της μίας εντολής ενημέρωσης για την ίδια ληξιπρόθεσμη οφειλή σε περισσότερες εταιρείες ενημέρωσης (άρθρο 9 § 3 του Νόμου).
  5. Υποχρεούνται να δεσμεύουν την συνεργαζόμενη εταιρεία ενημέρωσης να παρέχει διαφανείς, επαγγελματικές και αποτελεσματικές υπηρεσίες (άρθρο 9 § 1 του Νόμου).
  6. Υποχρεούνται να δεσμεύουν τις συνεργαζόμενες εταιρείες ενημέρωσης να μην παρεκκλίνουν από τις εντολές του δανειστή ούτε και η αμοιβή τους να συνδέεται με την επιλογή εκ μέρους του οφειλέτη συγκεκριμένου τρόπου αποπληρωμής (άρθρο 9 § 4 του Νόμου).
  7. Υποχρεούνται να αιτούνται την αναστολή κάθε ενέργειας της συνεργαζόμενης εταιρείας ενημέρωσης προς όχληση του οφειλέτη για όσο χρονικό διάστημα τηρείται διακανονισμός, που έχει συμφωνηθεί με τον οφειλέτη (άρθρο 9 § 1 του Νόμου).
  8. Υποχρεούνται να καθορίζουν με πληρότητα τις εντολές τους προς τη συνεργαζόμενη εταιρεία ενημέρωσης κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα για κάθε απαίτηση (άρθρο 9 § 1 του Νόμου).

Από τη νομοθεσία περί προστασίας προσωπικών δεδομένων οι δανειστές υποχρεούνται :

  • Να ενημερώνουν εγγράφως τον οφειλέτη για τη διαβίβαση των δεδομένων του στην εισπρακτική (άρθρο 11 παρ. 3 Ν. 2472/1997 σε συνδυασμό με άρθρο 4 παρ. 4 Ν. 3758/2009).
  • Να αναθέτουν τη σχετική εντολή προς τις εταιρείες ενημέρωσης εγγράφως ή μέσω σταθερού μέσου αποθήκευσης πληροφοριών (άρθρο 4 § 5 του Νόμου).
    Να τηρούν τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν. 2472/1997 για το απόρρητο και την ασφάλεια της επεξεργασίας (άρθρο 4 § 5 του Νόμου).
  • Να παρέχουν στην εισπρακτική μόνο τα αναγκαία για την επικοινωνία στοιχεία των οφειλετών (άρθρο 4 παρ. 4, 8 παρ. 2 Ν. 3758/2009).
  • Ως υπεύθυνοι επεξεργασίας του σχετικού αρχείου καταγεγραμμένων συνομιλιών να γνωστοποιούν την σύστασή του στην ΑΠΔΠΧ και να λαμβάνουν τα κατάλληλα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα ασφαλείας (άρθρο 10 παρ. 3 του Ν. 2472/1997 σε συνδυασμό με άρθρο 10 Ν. 3758/2009).

Προστασία Οφειλετών & Κυρώσεις με βάση τον Ν. 3758/2009

Οποιοσδήποτε οφειλέτης που πέσει θύμα παράβασης του Ν. 3758/2009 μπορεί να αιτηθεί από την εισπρακτική εταιρεία το αρχείο της τηλεφωνικής του συνομιλίας και στη συνέχεια να προσφύγει, καταγγέλλοντας το γεγονός, στην Γενική Γραμματεία Καταναλωτή (ΓΓΚ). Η προσφυγή στην ΓΓΚ είναι ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέσο προστασίας, καθώς εκθέτει τις εισπρακτικές εταιρείες σε σοβαρούς κινδύνους για την απειλή προστίμων, αναστολή λειτουργίας ή μέχρι και οριστική διαγραφή από το σχετικό μητρώο της ΓΓΚ.

Για παραβάσεις του Ν. 3758/2009 με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης επιβάλλεται σε βάρος των εταιρειών ενημέρωσης και των δανειστών πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής το ανώτατο όριο προστίμου διπλασιάζεται και ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να διατάξει και την προσωρινή διαγραφή της Εταιρείας από το Μητρώο για χρονικό διάστημα από ένα (1) έως έξι (6) μήνες και, σε περίπτωση περαιτέρω υποτροπής, μπορεί να διατάξει την οριστική διαγραφή της υπότροπης εταιρείας ενημέρωσης (άρθρο 10 § 1 του Νόμου)

Σε περίπτωση που από τις παραβάσεις του Ν. 3758/2009 έχει προκληθεί περιουσιακή ζημία ή, συχνότερα, ηθική βλάβη στον οφειλέτη, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις προσβολής της προσωπικότητάς του ή μείωσής του ενώπιον τρίτων, είναι δυνατή η επιδίωξη αποζημίωσης στα δικαστήρια τόσο από την εισπρακτική όσο και από τον δανειστή (57 επ. και 914 επ. ΑΚ).

Προστασία Οφειλετών & Κυρώσεις με βάση τη Νομοθεσία περί Προσωπικών Δεδομένων

Με το άρθρο 11 § 1 του Ν. 2472/1997 ορίζεται ότι «ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει, κατά το στάδιο συλλογής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, να ενημερώνει με τρόπο πρόσφορο και σαφή το υποκείμενο για τα εξής τουλάχιστον στοιχεία: α) …. β) το σκοπό της επεξεργασίας, γ) τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων» και με την § 2 του εν λόγω άρθρου ορίζεται ότι «εάν κατά τη συλλογή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητεί τη συνδρομή του υποκειμένου, οφείλει να το ενημερώνει ειδικώς και εγγράφως, για τα στοιχεία της § 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και για τα δικαιώματά του, σύμφωνα με τα άρθρα 11 έως 13 του παρόντος νόμου ….», ενώ με την § 3 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι «εάν τα δεδομένα ανακοινώνονται σε τρίτους, το υποκείμενο ενημερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς».

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει – μετά τη συλλογή των σχετικών δεδομένων και πριν από τη διαβίβαση τους σε τρίτους – να ενημερώνει για τη συλλογή και διαβίβαση τα υποκείμενα των δεδομένων, μεταξύ άλλων, και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων του (είτε πρόκειται για αποδέκτες στους οποίους προβλέπεται η μεταβίβαση των δεδομένων ήδη από το στάδιο της συλλογής, είτε πρόκειται για αποδέκτες που προστέθηκαν αργότερα). Η σχετική ενημέρωση πρέπει να γίνεται το αργότερο πριν από τη μετάδοση των προσωπικών δεδομένων στους αποδέκτες – τρόπους (ΕφΑθ. 1437/2014).

Για την ορθή και νόμιμη εφαρμογή των διατάξεων του ν. 2472/1997 που αφορούν στην ενημέρωση του υποκειμένου από την τράπεζα και την συγκατάθεσή του για την επεξεργασία και διαβίβαση των δεδομένων του (υποκειμένου) σε τρίτους, η τράπεζα είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει ειδικώς για την εταιρία ενημέρωσης οφειλετών με την οποία συνεργάζεται (επωνυμία, έδρα κλπ). Συγκατάθεση υπό την έννοια του ν. 2472/1997 ορίζεται η ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βούλησης, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρει επιγνώσει, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, οι δε τυποποιημένοι όροι που απαντώνται σε κάθε δανειακή σύμβαση και δεν αποτελούν προϊόν διαπραγμάτευσης αλλά προσχώρησης του καταναλωτή ώστε το εκάστοτε αίτημά του για λήψη πίστωσης να τύχει έγκρισης από την τράπεζα, δεν αρκούν προς θεμελίωση της συγκατάθεσης (ΜΠρΑθ 3428/2016).

Εξάλλου, ο τρίτος – αποδέκτης, ο οποίος κατά το ν.2472/1997 (άρθρο 2 παρ.δ) ασκεί και αυτός επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, οφείλει μόλις έλθει σε πρώτη επαφή με το υποκείμενο των δεδομένων να το ενημερώσει εγγράφως για την πρόθεση του να κάνει χρήση των δεδομένων του, για το σκοπό της χρήσης και για τον υπεύθυνο επεξεργασίας αυτών, από το αρχείο του οποίου θα γίνει η άντληση των δεδομένων (σύμφωνα με τις με αρ. 050/20-1-2000 και 109/31-3-1999 Αποφάσεις της Αρχής). Στην νομολογία υποστηρίζεται ότι η συγκατάθεση / ενημέρωση του οφειλέτη δύναται να λάβει χώρα και με την υπογραφή σχετικού όρου στη σύμβαση με τον δανειστή (ΔιατΕισΠρωτΑθ 143/2015, ΑΠΔΠΧ αποφ. 49/2011).

Συνεπώς, κάθε οφειλέτης θα πρέπει να ενημερώνεται γραπτώς για την διαβίβαση των προσωπικών του δεδομένων σε εισπρακτική εταιρεία, προτού δεχθεί σχετική ενημέρωση από αυτή. Δεύτερον και σε περίπτωση καταγραφής της τηλεφωνικής κλήσης ο οφειλέτης θα πρέπει κατά την έναρξή της να ενημερώνεται και έχει το δικαίωμα να αρνείται τη διεξαγωγή της.

Σε περίπτωση παραβίασης των παραπάνω ο εκάστοτε οφειλέτης δύναται να καταθέσει προσφυγή στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), καταγγέλλοντας το γεγονός, αλλά και να στραφεί δικαστικά τόσο κατά του δανειστή του όσο και κατά της εισπρακτικής, ζητώντας χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης με βάση το άρθρο 23 Ν. 2472/1997 (βλ. ΕφΑθ 2887/2010).

Για παραβάσεις του Ν. 2472/1997 με απόφαση της ΑΠΔΠΧ επιβάλλεται σε βάρος των εταιρειών ενημέρωσης και των δανειστών πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής το ανώτατο όριο προστίμου διπλασιάζεται και ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να διατάξει και την προσωρινή διαγραφή της Εταιρείας από το Μητρώο για χρονικό διάστημα από ένα (1) έως έξι (6) μήνες και, σε περίπτωση περαιτέρω υποτροπής, μπορεί να διατάξει την οριστική διαγραφή της υπότροπης εταιρείας ενημέρωσης (άρθρο 10 § 1 του Νόμου).

Για παραβάσεις του Ν. 2472/1997 προβλέπεται επιπλέον ότι οποιος χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών ή τα αφαιρεί, αλλοιώνει, βλάπτει, καταστρέφει, επεξεργάζεται, μεταδίδει, ανακοινώνει, τα καθιστά προσιτά σε μη δικαιούμενα πρόσωπα ή επιτρέπει στα πρόσωπα αυτά να λάβουν γνώση των εν λόγω δεδομένων ή τα εκμεταλλεύεται με οποιονδήποτε τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή και αν πρόκειται για ευαίσθητα δεδομένα με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλόχιστον ενός εκατομμυρίου (1.000.000) εως δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) δραχμών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλες διατάξεις (άρθρο 22 § 4 του Ν. 2472/1997). Αν η πράξη τελέστηκε από αμέλεια, επιβάλλεται φυλάκιση έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή (άρθρο 22 § 8 του Ν. 2472/1997).

Νομική Συμβουλή : Αν δεχτείτε ενημέρωση από εισπρακτική εταιρεία, ζητάτε πάντα τα στοιχεία του υπαλλήλου και της εισπρακτικής και στη συνέχεια αιτηθείτε γραπτώς το περιεχόμενο της τηλεφωνικής σας συνομιλίας. Αν η όχλησή σας γίνει δίχως προηγουμένως να έχετε ενημερωθεί σχετικά από τον δανειστή σας, προβείτε σε προσφυγή στην ΑΠΔΠΧ και στραφείτε δικαστικά κατά και των δύο, ζητώντας αποζημίωση. Αν δεχτείτε ενημέρωση από εισπρακτική εταιρεία κατά παράβαση του Ν. 3758/2009, προβείτε σε καταγγελία στην ΓΓΚ και στραφείτε δικαστικά κατά της εισπρακτικής αλλά και του δανειστή σας, ζητώντας αποζημίωση.

Περισσότερα
Μητρώο Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις.
Νόμος 3758/2009 (ΦΕΚ 68/Α΄/5-5-2009) “Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις και άλλες διατάξεις”.

Άρθρο 36 Νόμου 4038/2012 (ΦΕΚ 14/Α’/2-2-2012) που τροποποιεί τον Ν. 3758/2009.

Παρατηρήσεις της ΑΠΔΠΧ σχετικά με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στο Ν. 3758/2009.
Απόφαση 49/2011 ΑΠΔΠΧ για τις Εισπρακτικές Εταιρείες.

ΜΠρΑθ 3428/2016.

ΕιρΑθ 273/2016.