Το Νομικό Καθεστώς της Αδειοδότησης των Ραδιοφωνικών Σταθμών

Έχουν περάσει είκοσι πέντε (25) έτη από την έκδοση του Ν. 1730/1987, ο οποίος επέτρεψε για πρώτη φορά την ίδρυση και λειτουργία από ιδιώτες ραδιοφωνικών σταθμών κατόπιν άδειας. Εντούτοις, ουδέποτε υπήρξε η πολιτική βούληση για την δημιουργία ενός υγιούς καθεστώτος αδειοδότησης και λειτουργίας της ραδιοφωνίας, το οποίο θα επέτρεπε την ουσιαστική και ισότιμη άσκηση του δικαιώματος του πληροφορείν και του πληροφορείσθαι από τους πολίτες προς τους πολίτες για τους πολίτες υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που βεβαίως θέτει το Σύνταγμα. Οι συνεχείς παλινδρομήσεις της εκάστοτε κυβέρνησης, που αντανακλώνται στο σχετικό νομικό πλαίσιο, οδήγησαν σε μία de facto επικράτηση και λειτουργία ως σήμερα εκείνων των ρ/σ, που διέθεταν την οικονομική δυνατότητα αγοράς ισχυρότερου εξοπλισμού ραδιοεκπομπών, την απαραίτητη διασύνδεση με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, ώστε να τελούν στο απυρόβλητο του νόμου, αλλά και την αναγκαία πρόσβαση στα επιμέρους στρατηγικά σημεία στα ορεινά των μεγάλων πόλεων, όπως λόγου χάρη στον Υμηττό ή στον Χορτιάτη.

Η κατάσταση αυτή είχε ως τελικό αποτέλεσμα τον έλεγχο της ραδιοφωνικής έκφρασης από το πολιτικό σύστημα με τη μέθοδο της διαρκούς προσωρινότητας σε ένα μεταβατικό καθεστώς ημι – παρανομίας αλλά και την αμφίδρομη ωφέλεια όσων ισχυρών παικτών των ΜΜΕ εξασφάλισαν τη θέση τους σε αυτό το θολό τοπίο. Η πρόσφατη κήρυξη του 25ετούς αυτού καθεστώτος ως αντισυνταγματικού από το ΣτΕ επιβεβαίωσε απλώς το αυτονόητο. Όλα όμως αυτά τα χρόνια το κράτος απέτυχε να ανταποκριθεί στον θεσμικό του ρόλο και δη στη διασφάλιση της βέλτιστης για την κοινωνία και τη δημοκρατία εκμετάλλευσης του υπερπολύτιμου δημοσίου πόρου του ραδιοφάσματος. Με την πάροδο μάλιστα των ετών το νομικό πλαίσιο και ο τρόπος εφαρμογής του, αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε, όπως λόγου χάρη με την κατάργηση de jure ή de facto διατάξεων που προέβλεπαν την με απλές αδειοδοτικές διαδικασίες ραδιοφωνική εκπομπή για μη κερδοσκοπικούς σκοπούς και σε μικρή κλίμακα. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι αφενός η έλλειψη πολυφωνίας και η υπερσυγκέντρωση στα ραδιοφωνικά ΜΜΕ και αφετέρου η μη εκπομπή ραδιοφωνίας στο μεγαλύτερο μέρος του ραδιοφάσματος της επαρχίας. Ως θετική πρέπει να αποτιμηθεί η πρόσφατη νομοθέτηση της περιέλευσης σε απλήρωτους εργαζομένους της άδειας ρ/σ.

Νομικό Πλαίσιο
Η διαδικασία αδειοδότησης ραδιοφωνικών σταθμών ρυθμίζεται από πληθώρα νομοθετημάτων, οι πιο βασικές όμως ρυθμίσεις βρίσκονται στους νόμους 1730/1987, 2328/1995 και 3592/2007. Η αυτονόητη για τη λειτουργία ρ/σ εγκατάσταση σταθμού και κεραίας χρειάζεται επίσης έκδοση άδειας, η διαδικασία για την οποία δεν είναι διόλου απλή και προβλέπεται κυρίως στο άρθρο 1 Ν. 2801/2000 και στο άρθρο 30 Ν. 4070/2012.

Ορισμοί
Κατ’ αρχάς, ως πάροχος ραδιοτηλεοπτικού περιεχομένου ορίζεται κάθε επιχείρηση που διαθέτει ολοκληρωμένο ραδιοτηλεοπτικό περιεχόμενο προς μετάδοση στο ευρύ κοινό, εικοσιτετράωρης ή μικρότερης χρονικής διάρκειας (άρθρο 2 παρ. 6 Ν. 3592/2007). Περαιτέρω, παραγωγός ραδιοτηλεοπτικού προγράμματος είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παράγει ραδιοτηλεοπτικό πρόγραμμα (άρθρο 2 παρ. 7 Ν. 3592/2007), ενώ κέντρο εκπομπής κάθε γεωγραφικό σημείο με κατάλληλη υποδομή, στο οποίο εγκαθίσταται και λειτουργεί εξοπλισμός ευρυεκπομπής ραδιοτηλεοπτικού σήματος (άρθρο 2 παρ. 12 Ν. 3592/2007).

Ως σταθμός ορίζεται ένας ή περισσότεροι πομποί ή δέκτες ή συνδυασμός πομπών και δεκτών μετά των πρόσθετων συσκευών, που είναι αναγκαίοι σε οοισμένη θέση για τη διεξαγωγή (διενέργεια) συγκεκριμένης υπηρεσίας, ραδιοεπικοινωνίας ή για την υπηρεσία ραδιοαστρονομίας. Κάθε σταθμός χαρακτηρίζεται από το είδος της υπηρεσίας στην οποία συμμετέχει και από το αν είναι μόνιμος ή προσωρινός (άρθρο 1 παρ. 1α Ν. 2801/2000). Επιπλέον, κατασκευή κεραίας είναι το σύστημα των κεραιών εκπομπής και λήψης ραδιοσημάτων μετά των κατασκευών στήριξής τους, εξαρτημάτων και παρελκομένων. Τα παθητικά κάτοπτρα ανάκλασης ραδιοσημάτων θεωρούνται επίσης ως κατασκευές κεραίας. Στο ύψος της κατασκευής κεραίας περιλαμβάνεται και ο φωτισμός ασφαλείας ή και το αλεξικέραυνο (άρθρο 1 παρ. 1δ Ν. 2801/2000).

Η Συνταγματική Προστασία της Ραδιοφωνίας
Σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. Ο άμεσος έλεγχος του Κράτους, που λαμβάνει και τη μορφή του καθεστώτος της προηγούμενης άδειας, έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων του λόγου και της τέχνης, την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας, καθώς και το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας.

Το άρθρο 15 του Συντάγματος καθιερώνει τη θεσμική εγγύηση της ραδιοφωνίας από το κράτος. Ως προς τις σχέσεις κράτους – πολιτών λοιπόν το άρθρο αυτό δεν θεσπίζει ατομικό δικαίωμα ίδρυσης ραδιοφωνικού σταθμού αλλά δικαίωμα ισότιμης συμμετοχής στις διοικητικές διαδικασίες αδειοδότησης. Η διαμόρφωση τέτοιων διαδικασιών εναπόκειται στον κοινό νομοθέτη, ο οποίος κατά την ρύθμιση του εν λόγω θέματος τελεί υπό τους όρους και περιορισμούς της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού του Συντάγματος (ΣτΕ Ολ. 5040/1987, ΣτΕ Ολ. 1145/1988, ΣτΕ 2501/2004, ΣτΕ 250/2009, ΣτΕ Ολ. 3578/2010). Γι’ αυτό τον λόγο, οποιοδήποτε τυχόν καθεστώς προηγούμενης αδειοδότησης από το κράτος για την εγκατάσταση και λειτουργία ρ/σ θα πρέπει να εγγυάται την ισότιμη, αντικειμενική και αμερόληπτη μεταχείριση των ενδιαφερομένων (πρακτ. επεξεργασίας 188/2003, σκεπτ. 16). Έτσι, όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να διαθέτουν κατ’ αρχήν ίσες ευκαιρίες να ιδρύσουν ραδιοφωνικό σταθμό σύμφωνα με τις διατυπώσεις του νόμου (βλ. Στρατηλάτη, ΔιΜΕΕ 2011 : 126). Επιπλέον, για να είναι εναρμονισμένο με το Σύνταγμα, το αδειοδοτικό αυτό καθεστώς θα πρέπει να διασφαλίζει τους σκοπούς του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος, που δικαιολογούν τον έλεγχο από το κράτος της ραδιοφωνίας.

Εντούτοις, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι το άρθρο 15 του Συντάγματος δεν ερμηνεύεται μεμονωμένα αλλά ως ειδικότερος συνταγματικός κανόνας που θέτει ειδικότερες προϋποθέσεις για την ραδιοφωνική και τηλεοπτική ενάσκηση των γενικότερων συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων στην ελεύθερη έκφραση (άρθρο 14 παρ. 1 Σ) και στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας (άρθρα 5 παρ. 1 και 106 παρ. 2) από την πλευρά των φορέων των ραδιοφωνικών σταθμών και των δικαιωμάτων στην ελεύθερη πληροφόρηση (άρθρα 5Α Σ – δικαίωμα στην πληροφόρηση, και 14 παρ. 1 Σ – ελεύθερη έκφραση και διάδοση των στοχασμών, ελεύθερη διαμόρφωση γνώμης) από την πλευρά των ακροατών. Συνεπώς, ο έλεγχος της ραδιοφωνίας από το κράτος για τη διασφάλιση σκοπών δημοσίου συμφέροντος (άρθρο 15 Σ) δεν δύναται να αναιρεί το δικαίωμα των πολιτών στην ισότιμη συμμετοχή στη δημόσια σφαίρα, έκφανση του οποίου είναι και η ίδρυση και λειτουργία ραδιοφωνικών σταθμών. Άλλωστε, το δικαίωμα αυτό αποτελεί συγκροτητικό όρο ενός δημοκρατικού κράτους δικαίου, χωρίς τη συνδρομή του οποίου η λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος θα καθίστατο χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο.

Μετά την επί μακρώ χρόνω αποτυχία της Πολιτείας για την τήρηση του άρθρου 15 του Συντάγματος, φυσικά πρόσωπα – πολίτες, που ασκούν το δικαίωμα στην ισότιμη συμμετοχή στη δημόσια σφαίρα με την ίδρυση και λειτουργία ραδιοφωνικών σταθμών χωρίς να έχουν σκοπό το κέρδος, χωρίς να προκαλούν παρεμβολές, που θα υποβάθμιζαν τον πεπερασμένο δημόσιο πόρο του ραδιοφάσματος και σεβόμενοι τους συνταγματικούς σκοπούς του άρθρου αυτού, θα πρέπει να κριθεί ότι έχουν απευθείας από το Σύνταγμα το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης μέσω των ραδιοσυχνοτήτων.

Το Καθεστώς Αδειοδότησης των Ραδιοφωνικών Σταθμών
Το κρατικό μονοπώλιο ραδιοφωνικών εκπομπών καταργήθηκε με τον Ν. 1730/1987. Με τον νόμο αυτόν επετράπη η ίδρυση και λειτουργία τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών κατόπιν διοικητικής αδείας, που χορηγούνταν αυτοτελώς (όχι δηλαδή στο πλαίσιο διαγωνιστικής διαδικασίας) βάσει συγκεκριμένων προϋποθέσεων και κριτηρίων. Κατ΄ εφαρμογή του νόμου αυτού εκδόθηκε μεγάλος αριθμός αδειών ραδιοφωνικών σταθμών. Παράλληλα, από το έτος 1989 άρχισαν να λειτουργούν πολλοί ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί χωρίς διοικητική άδεια.

Με τον Ν. 2328/1995 θεσπίσθηκε νέο λεπτομερές σύστημα ρυθμίσεων, που προέβλεπε τη χορήγησης, κατόπιν διαγωνιστικών διαδικασιών, αδειών ίδρυσης και λειτουργίας τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών (άρθρα 6 και 7 Ν. 2328/1995). Με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού ο Υπουργός Τύπου (και ήδη μετά το άρθρο 19 του ν. 3051/2002 το ΕΣΡ) προκηρύσσει, κάθε Σεπτέμβριο και όποτε υπάρξουν διαθέσιμες συχνότητες, συγκεκριμένες θέσεις αδειών κατά νομό, οι οποίες αντιστοιχούν σε συχνότητες και σε θέσεις εκπομπής (άρθρο 7 παρ. 2 Ν. 2328/1995). Μέχρι σήμερα, η σύνθετη αυτή διοικητική διαδικασία (διαμόρφωση χάρτη συχνοτήτων, προκήρυξη θέσεων αδειών, αξιολόγηση αιτήσεων και χορήγηση αδειών) έχει εφαρμοστεί μόνο μερικώς με επιτυχία στον νομό Αττικής. Σε όλη την υπόλοιπη χώρα εφαρμόζεται το άρθρο 7 παρ. 9 Ν. 2328/1995, το οποίο ορίζει ότι: “Με την πρώτη εφαρμογή του παρόντος λήγουν όλες οι άδειες που έχουν χορηγηθεί για ίδρυση και λειτουργία ρ/σ, καθώς και οι προσωρινές άδειες δοκιμαστικής εκπομπής. Ως πρώτη εφαρμογή νοείται η έκδοση των πράξεων του [ΕΣΡ] με την οποία χορηγούνται άδειες στον αντίστοιχο νομό”.

Επειδή με τη θέση σε ισχύ του άρθρου 7 παρ. 9 Ν. 2328/1995 οι ρ/σ της χώρας, πλην αυτών της Αττικής, που νομίμως αδειοδοτήθηκαν με τη διαδικασία του Ν. 2328/1995, κατέστησαν παράνομοι, θεσπίστηκε το άρθρο 53 παρ. 1 του Ν. 2778/1999 που προβλέπει ότι : “(ο)ι ραδιοφωνικοί σταθμοί, που λειτουργούσαν την 1η Νοεμβρίου 1999, θεωρούνται ως νομίμως λειτουργούντες μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης η οποία προβλέπεται στο άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 2328/1995 για την προκήρυξη συγκεκριμένων θέσεων αδειών λειτουργίας τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών. Μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, οι ανωτέρω ραδιοφωνικοί σταθμοί εξακολουθούν να θεωρούνται νομίμως λειτουργούντες εντός των ορίων του αντίστοιχου νομού, εφόσον υποβάλλουν αίτηση συμμετοχής στη σχετική διαγωνιστική διαδικασία και μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης με την οποία θα χορηγηθούν οι άδειες λειτουργίας για το νομό αυτό ή μέχρι την έκδοση σχετικής απορριπτικής απόφασης …”.

Το ιδιότυπο αυτό καθεστώς προσωρινά νόμιμης λειτουργίας παρατάθηκε επανειλημμένως με τους εξής νόμους :

  • Με το άρθρο 15 παρ. 7β Ν. 3444/2006 η έκδοση προκηρύξεων για τη χορήγηση ραδιοφωνικών αδειών παρατάθηκε έως τις 30.6.2006
  • Με το άρθρο 9 παρ. 2 Ν. 3548/2007 η έκδοση προκηρύξεων για τη χορήγηση ραδιοφωνικών αδειών παρατάθηκε έως τις 30.6.2007.
  • Με το άρθρο 20 παρ. 5 Ν. 3592/2007 η έκδοση προκηρύξεων για τη χορήγηση ραδιοφωνικών αδειών παρατάθηκε έως τις 31.12.2007.
  • Με το άρθρο 2 παρ. 1 Ν. 3640/2008 και των άρθρων 9 Ν. 3723/2008, 38 Ν. 3775/2009, 29 παρ. 4 Ν. 3838/2010 και 49 παρ. 8 Ν. 3905/2010 η έκδοση προκηρύξεων για τη χορήγηση ραδιοφωνικών αδειών παρατάθηκε διαδοχικά έως τις 31.12.2011.

Εξάλλου, με το άρθρο 5 παρ. 7β Ν. 3592/2007 ορίζονται τα εξής : “(ω)ς νομίμως λειτουργούντες ραδιοφωνικοί σταθμοί νοούνται αυτοί που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού ελεύθερης λήψης, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 25/1988 (ΦΕΚ 10 Α΄), των άρθρων 6 και 7 του ν. 2328/1995, όπως ισχύει, και του άρθρου 24α του ν. 2075/1992 (ΦΕΚ 129 Α΄), όπως ισχύει, καθώς και αυτοί που θεωρούνται ότι λειτουργούν νομίμως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 2778/1999 (ΦΕΚ 295 Α΄), της παρ. 29 του άρθρου 12 του ν. 3310/2005 (ΦΕΚ 30 Α΄)” [το οποίο αφορούσε τις άδειες σταθμών του νομού Αττικής], της παρ. 7 του άρθρου 15 του ν. 3444/2006, και κάθε άλλης σχετικής διάταξης, όπως ισχύουν”. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1 Ν. 3592/2007 ορίζεται ότι : “(η) ίδρυση, εγκατάσταση και λειτουργία ιδιωτικών τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών, που μεταδίδουν το πρόγραμμα τους με αναλογικό σήμα ελεύθερης λήψης, που εκπέμπουν στην περιοχή των συχνοτήτων …… έως ………. Μεγακύκλους (MHZ) με διαμόρφωση κατά συχνότητα (FM), επιτρέπεται μετά από άδεια του Ε.Σ.Ρ., κατόπιν διαγωνιστικής διαδικασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού. Η συνέχιση της λειτουργίας των ήδη νομίμως λειτουργούντων ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών, κατά τα αναφερόμενα στο εδάφιο β΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 5, προϋποθέτει τη συμμετοχή τους στη διαγωνιστική διαδικασία και τη χορήγηση της σχετικής άδειας. Μέχρι την έκδοση της σχετικής άδειας, θεωρείται ότι λειτουργούν νομίμως στη γεωγραφική περιοχή που εκπέμπουν, εφόσον υποβάλουν υποψηφιότητα στη διαγωνιστική διαδικασία”.

Άξια μνείας είναι η πρόσφατη τροποποίηση με το άρθρο 32 του Ν. 4109/2013 του άρθρου 8 παρ. 9 Ν. 3592/2007 με την προσθήκη της παραγράφου στ’, που έχει ως εξής :

“Σε περίπτωση οριστικής παύσης ή διακοπής τουλάχιστον επί εξάμηνο της λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού ή καθυστέρησης καταβολής επί τετράμηνο των αποδοχών στο 1/3 τουλάχιστον του προσωπικού ή του 1/3 των συνολικών αποδοχών του από τους υπόχρεους προς τούτο, η άδεια λειτουργίας του ραδιοφωνικού σταθμού ανακαλείται από τον ως τότε αδειούχο της. Υστερα από αίτηση που υποβάλλεται στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης από το ήμισυ πλέον ενός τουλάχιστον των εργαζομένων – περιλαμβανομένου του 1/3 τουλάχιστον των δημοσιογράφων αν πρόκειται για ενημερωτικό σταθμό – χορηγείται σε αυτούς άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τοπικού ραδιοφωνικού σταθμού στην αντίστοιχη συχνότητα με πρόταση του ΕΣ.Ρ. και απόφαση του Υπουργού Τύπου και Μ.Μ.Ε.”.

Η Αντισυνταγματικότητα του Μεταβατικού Καθεστώτος Προσωρινής Αδειοδότησης Παρανόμως Λειτουργούντων Ρ/Σ
Με την υπ’ αρ. 1206/2012 απόφασή του το ΣτΕ έκρινε ως αντισυνταγματικό το άρθρο 53 παρ. 1 Ν. 2778/1999, με την αιτιολογία ότι η επ΄ αόριστον παράταση λειτουργίας παρανόμως λειτουργούντων ρ/σ αντίκειται στο άρθρο 15 του Συντάγματος. Κατά συνέπεια, έκρινε ως αντισυνταγματικά και τα άρθρα 5 παρ. 7β και 8 παρ. 1β και γ Ν. 3592/2007, με τα οποία νομιμοποιήθηκε η συνέχιση λειτουργίας των λειτουργούντων χωρίς άδεια, από την 1η Νοεμβρίου 1999, ραδιοφωνικών σταθμών υπό την προϋπόθεση ότι οι σταθμοί αυτοί θα υπέβαλαν υποψηφιότητα στη διαγωνιστική διαδικασία του Ν. 2328/1995.

Ως ειδικότερους λόγους αντισυνταγματικότητας το ΣτΕ έκρινε αφενός την παραβίαση της θεμελιώδους συνταγματικής αρχής του κράτους δικαίου, από την οποία απορρέει η υποχρέωση του Κράτους να εγγυάται υπέρ των πολιτών την πιστή εφαρμογή του νόμου και να προασπίζει τα δημόσια αγαθά, όπως, εν προκειμένω, τις αριθμητικά περιορισμένες ραδιοφωνικές συχνότητες για τη μετάδοση ραδιοφωνικού προγράμματος με αναλογικό σήμα. Αφετέρου, την παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας, διότι η διαρκής παράταση ενός μεταβατικού καθεστώτος αδειοδότησης παρανόμως λειτουργούντων ρ/σ θέτει σε εξόχως μειονεκτική θέση τα πρόσωπα εκείνα τα οποία, ενώ είχαν την πραγματική δυνατότητα και τη βούληση να ιδρύσουν ραδιοφωνικό σταθμό, δεν το έπραξαν αυθαιρέτως και δεν παρέβησαν το νόμο, σε σχέση με πρόσωπα τα οποία, με την αυθαίρετη κατάληψη ραδιοφωνικής συχνότητας, ίδρυσαν χωρίς άδεια ραδιοφωνικό σταθμό. Τέλος, με την απόφασή του αυτή το αρμόδιο τμήμα του ΣτΕ παρέπεμψε για την τελική κρίση επί του θέματος στην Ολομέλεια.

Πρέπει να αναφερθεί ότι της παραπάνω απόφασης είχε προηγηθεί η υπ’ αρ. 3578/2010 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, με την οποία κρίθηκε αντισυνταγματικό για αντίστοιχους λόγους το μεταβατικό νομοθετικό καθεστώς της επ’ αόριστον ανοχής λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών με την όμοια νομοθετική τακτική των συναπτών παρατάσεων.

Έτσι, με την υπ’ αρ. 1206/2012 απόφαση του ΣτΕ η λειτουργία των σταθμών, που λειτουργούν χωρίς άδεια από την 1η Νοεμβρίου 1999 μέχρι σήμερα, κατέστη παράνομη ως αντικείμενη στο Σύνταγμα. Κατόπιν αυτών, οι μοναδικοί ρ/σ που σήμερα λειτουργούν νομίμως στη χώρα είναι οι αδειοδοτηθέντες σταθμοί στο πλαίσιο της διαδικασίας του Ν. 1730/1987 και του ΠΔ 25/1988. Προϋπόθεση όμως για την ισχύ των παραπάνω αδειών είναι η εμπρόθεσμη κατάθεση αίτησης περί ανανεώσεως (άρθρο 3 παρ. 10 Ν. 1866/1989). Ως πρόσθετη προϋπόθεση, για να θεωρηθεί ως νόμιμη η λειτουργία των παραπάνω σταθμών είναι και η συνεχής λειτουργία τους μέχρι σήμερα, όπως προκύπτει από το άρθρο 6 παρ. 2 Ν. 2328/1995, που προβλέπει ότι οι άδειες χορηγούνται για την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος και η χρήση τους συνιστά δημόσια λειτουργία και από το άρθρο 7 παρ. 2α Ν. 2328/1995, που προβλέπει την υποχρέωση της Πολιτείας να προκηρύσσει άμεσα διαγωνισμό για την παραχώρηση κάθε συχνότητας, που είναι “διαθέσιμη”.

Αδειοδότηση Κεραιών
Η κατασκευή κεραίας επιτρέπεται μόνο κατόπιν άδειας (άρθρο 1 παρ. 2α Ν. 2801/2000). Αρμόδια για την έκδοση της άδειας κατασκευής κεραίας είναι η ΕΕΤΤ (άρθρο 30 παρ. 17γ Ν. 4070/2012). Η έκδοση της άδειας αποτελεί σύνθετη διοικητική ενέργεια, που διεξάγεται ενώπιον της ΕΕΤΤ και έχει ως προϋποθέσεις την κατάθεση, μεταξύ άλλων, μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τις εντός τετραμήνου επιμέρους εγκρίσεις από τις εξής διοικητικές αρχές :

  • Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας
  • Ελληνική Εταιρεία Ατομικής Ενέργειας
  • Κατά τόπους πολεοδομίες
  • Κατά τόπους δασαρχεία, αν η εγκατάσταση θα λάβει χώρα σε δασική έκταση.
  • Κατά τόπους αρχαιολογικές υπηρεσίες, αν η εγκατάσταση θα λάβει χώρα σε τόπο αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
  • Κατά τόπους δήμους και περιφέρειες

Διοικητικές Κυρώσεις
Σε περίπτωση που από την αρμόδια τεχνική υπηρεσία του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών διαπιστώνεται η κατοχή, εγκατάσταση, χρησιμοποίηση ή λειτουργία, οποιασδήποτε κατηγορίας και σε οποιαδήποτε συχνότητα, ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού, χωρίς νόμιμη άδεια της αρμόδιας αρχής, συντάσσεται σχετική έκθεση, αντίγραφο δε αυτής κοινοποιείται αμέσως στον Υπουργό Προεδρίας της Κυβέρνησης. Ο Υπουργός, ανεξάρτητα από άλλες προβλεπόμενες διοικητικές, ή ποινικές κυρώσεις, μπορεί με απόφασή του, που στηρίζεται στην παραπάνω έκθεση, να επιβάλλει πρόστιμο στον κατέχοντα, τον χρησιμοποιούνται ή λειτουργούντα το σταθμό, καθώς και στον κάτοχο του χώρου, εντός του οποίου βρίσκεται ο σταθμός, όταν πρόκειται για ραδιοφωνικό σταθμό : από 500.000 έως 5.000.000 δρχ. Σε περίπτωση υποτροπής τα πιο πάνω ποσά προστίμου διπλασιάζονται. Στους υπότροπους παραβάτες απαγορεύεται για μια δεκαετία να τους χορηγηθεί άδεια ιδρύσεως ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού (άρθρο 16Α παρ. 1 Ν. 1730/1987).

Τα πρόστιμα της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλονται με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και στους έχοντες άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού, σε περίπτωση που με την κοινοποιούμενη έκθεση της αρμόδιας τεχνικής υπηρεσίας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών διαπιστώνεται παραβίαση των τεχνικών προϋποθέσεων και υποχρεώσεων υπό τις οποίες χορηγήθηκε η άδεια, όπως είναι η συχνόητητα λειτουργίας του σταθμού, η θέση και το ύψος της κεραίας, το σύστημα και η ισχύς εκπομπής, οι παρεμβολές ή παρενοχλήσεις στις επικοινωνίες κ.α. Με την ίδια απόφαση επιβολής προστίμου τάσσεται στον παραβάτη εύλογη προθεσμία, που αρχίζει από την κοινοποίηση της απόφασης και η οποία δεν μπορείο να είναι κατώτερη από 10 μέρες, μέσα στην οποία πρέπει να αρθεί κάθε παραβίαση και να αποκατασταθεί η τήρηση των τεχνικών προϋποθέσεων και υποχρεώσεων της άδειας. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, που διαπιστώνεται με ειδική έκθεση της αρμόδιας τεχνικής υπηρεσίας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, η άδεια του σταθμού μπορεί, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη σχετική διάταξη, να ανακαλείται με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης (άρθρο 16Α παρ. 2 Ν. 1730/1987).

Σε περίπτωση που με την παραπάνω έκθεση διαπιστώνονται παρενοχλήσεις ή παρεμβολές στις επικοινωνίες της Πολιτικής ή Πολεμικής Αεροπορίας, σε χώρους προσγείωσης ή απογείωσης, επιβάλλεται στους υπευθύνους κατά την ίδια διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου πρόστιμο 10.000.000 δρχ. Η διαπίστωση με τη σχετική έκθεση των παραπάνω παρενοχλήσεων ή παρεμβολών συνεπάγεται αμέσως την αυτοδίκαιη ανάκληση της τυχόν υπάρχουσας, άδειας λειτουργίας του σταθμού, για διαπίστωση της οποίας εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης (άρθρο 16Α παρ. 3 Ν. 1730/1987).

Με απόφαση της ΕΕΤΤ, μετά από τεχνική έκθεση της αρμόδιας υπηρεσίας, στους κατόχους κατασκευών κεραιών στην ξηρά (α) που δεν διαθέτουν άδεια ούτε πιστοποιητικό πληρότητας, ή (β) που διαθέτουν άδεια ή πιστοποιητικό πληρότητας φακέλου, τα οποία έχουν εκδοθεί επί τη βάσει ψευδών, ανακριβών ή παραποιημένων στοιχείων επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ μέχρι και τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. Θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση ιδίως η ψευδής αναγραφή ή η παραποίηση στοιχείων ή η υποτροπή (άρθρο 1 παρ. 5γ Ν. 2801/2000).

Με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη, ύστερα από έκθεση των αρμόδιων οργάνων της Περιφέρειας, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο υπέρ της οικείας Περιφέρειας ύψους μέχρι είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, στους κατόχους κατασκευών κεραιών που δεν φροντίζουν για την κατεδάφιση των κατασκευών μετά την, για οποιονδήποτε λόγο, διακοπή λειτουργίας των κεραιών ή δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους, που προκύπτουν από τις διατάξεις περί σήμανσης των κατασκευών κεραιών (άρθρο 1 παρ. 5δ Ν. 2801/2000). Μετά από κοινοποίηση των ως άνω αποφάσεων επιβολής ποινών στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, ή με πρωτοβουλία αυτής, διατάσσεται η κατεδάφιση παράνομων ή μη λειτουργουσών κατασκευών κεραιών σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 267/1998 (άρθρο 1 παρ. 5ε Ν. 2801/2000). Εφόσον τα παραπάνω πρόστιμα εξοφλούνται εντός μηνός από την έκδοση της σχετικής απόφασης επιβολής τους, και μόνον τότε, μειώνονται αυτομάτως κατά τριάντα τοις εκατό (30%). Μετά την παρέλευση του μηνός η είσπραξη των προστίμων πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ (άρθρο 1 παρ. 5στ Ν. 2801/2000).

Ποινικές Κυρώσεις
Όποιος προβαίνει σε μετάδοση ή αναμετάδοση τηλεοπτικού ή ραδιοφωνικού σήματος, χωρίς άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης ή λειτουργίας τηλεοπτικού ή ραδιοφωνικού σταθμού αντίστοιχα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών. Με την καταδικαστική απόφαση διατάσσεται και η δήμευση υπέρ της Ε.Ρ.Τ.- Α.Ε. των μέσων εκπομπής, μετάδοσης ή
αναμετάδοσης τηλεοπτικού ή ραδιοφωνικού σήματος (άρθρο 16 παρ. 2 Ν. 1730/1987).

Περαιτέρω με την αυτόφωρη διαδικασία (άρθρο 242 ΚΠΔ) διώκονται τα παρακάτω αδικήματα, που αφορούν την χωρίς άδεια εγκατάσταση κεραιών και την πρόκληση παρεμβολών :

Η εγκατάσταση σταθμού εκπομπής ή/και λήψης ραδιοσήματος και κατασκευής κεραίας χωρίς άδεια ή έγκριση, εφόσον αυτή απαιτείται, η χρήση σταθμού εκπομπής ραδιοσήματος χωρίς άδεια ή η παραχώρηση ηλεκτρικού ρεύματος σε εγκαταστάσεις άλλου, ο οποίος κατέχει ή λειτουργεί σταθμό εκπομπής ή/και λήψης ραδιοσήματος με ή χωρίς άδεια, η παραχώρηση της κατασκευής σε άλλον για την εγκατάσταση κεραίας χωρίς άδεια, εφόσον απαιτείται, καθώς και η παρεμπόδιση ή παρενόχληση των αρμόδιων οργάνων να πραγματοποιήσουν έλεγχο των σταθμών εκπομπής ή/και λήψης ραδιοσήμα-τος και των εγκαταστάσεων αυτών ή η παροχή με δόλο εσφαλμένων πληροφοριών για την άσκηση του ελέγχου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) ετών και χρηματική ποινή από επτά χιλιάδες πεντακόσια (7.500) ευρώ έως τριάντα οκτώ χιλιάδες (38.000) ευρώ. Σε περίπτωση καταδίκης διατάσσεται η αφαίρεση της τυχόν υφιστάμενης άδειας και η δήμευση του εξοπλισμού του σταθμού και των συναφών εγκαταστάσεων του (άρθρο 1 παρ. 5α Ν. 2801/2000).

Επιπλέον, με φυλάκιση μέχρι δύο (2) έτη τιμωρείται όποιος προκαλεί επιβλαβείς παρενοχλήσεις (παρεμβολές), διαπιστωμένες από την αρμόδια Αρχή, σε άλλο νόμιμο χρήστη, όπως και όποιος εκπέμπει χωρίς άδεια σε ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που δεν προβλέπεται για τη συγκεκριμένη υπηρεσία στον Εθνικό Κανονισμό Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων. Σε περίπτωση παράβασης των ανωτέρω, αφαιρείται η τυχόν υφιστάμενη άδεια από το όργανο που την εξέδωσε. Επίσης κατάσχεται όλος ο εξοπλισμός του σταθμού και οι συναφείς εγκαταστάσεις και δημεύεται με αμετάκλητη απόφαση του ποινικού δικαστηρίου (άρθρο 1 παρ. 5α Ν. 2801/2000).

Και στα παραπάνω τρία αδικήματα προστατευτέο έννομο αγαθό είναι η ευταξία και η νόμιμη, ορθολογική και ακώλυτη χρήση του περιορισμένου φάσματος ραδιοσυχνοτήτων (ΣυμβΔΕΦΑΘ 146/2010).

Ως Προς την Παρεπόμενη Ποινή της Δήμευσης του Κατασχεθέντος Εξοπλισμού
Αντικείμενα που είναι προϊόντα κακουργήματος ή πλημμελήματος, το οποίο πηγάζει από δόλο, καθώς και το τίμημά τους, και όσα αποκτήθηκαν με αυτά, επίσης και αντικείμενα που χρησίμευσαν ή προορίζονταν για την εκτέλεση τέτοιας πράξης, μπορούν να δημευθούν αν αυτά ανήκουν στον αυτουργό ή σε κάποιον από τους συμμέτοχους. Για τις άλλες αξιόποινες πράξεις το μέτρο αυτό μπορεί να ληφθεί μόνο στις περιπτώσεις που ορίζει ειδικά ο νόμος (άρθρο 76 ΠΚ). Τόσο στο ποινικό αδίκημα της άνευ αδείας λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού του άρθρου 16 παρ. 2 Ν. 1730/1987 όσο και στα άλλα δύο ποινικά αδικήματα της άνευ άδειας εγκατάστασης και χρήσης σταθμού ή/και κεραίας καθώς και της πρόκλησης παρεμβολών του άρθρου 1 παρ. 5α Ν. 2801/2000 προβλέπεται ρητά η δυνατότητα του δικαστηρίου της υπόθεσης να επιβάλλει την παρεπόμενη ποινή της δήμευσης του κατασχεθέντος εξοπλισμού, που αποτελεί το εργαλείο διάπραξης των αδικημάτων αυτών.

Σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να αρθεί η κατάσχεση, αν δεν είναι πιθανό ότι από αυτόν τον λόγο θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας (άρθρο 268 παρ. 3 ΚΠΔ). Η άρση της κατάσχεσης επομένως προϋποθέτει: α) ότι δεν φαίνεται πιθανό ότι θα δυσχεράνει την ανακάλυψη της αλήθειας και β) ότι δεν προβλέπεται από τους κείμενους νόμους η δήμευση των κατασχεθέντων (είτε υποχρεωτική είτε δυνητική). Επομένως, καθοριστικό για την παραπάνω αρμοδιότητα του δικαστικού συμβουλίου σχετικά με την απόδοση των κατασχεθέντων είναι, κατά την κρατούσα στη νομολογία άποψη, το αν προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις η δήμευση των κατασχεθέντων. Τούτο, διότι εάν προβλέπεται από τις συγκεκριμένες διατάξεις η δήμευση των κατασχεθέντων, τότε θα προκαταλαμβανόταν με την έκδοση σχετικού βουλεύματος η απόφαση του αρμοδίου δικαστηρίου στο οποίο αποκλειστικά έχει ανατεθεί η τελική κρίση για την τύχη τους και αν γινόταν δεκτό το αίτημα, δεν θα ήταν δυνατή η επιβολή της δήμευσης (ΕφΘεσ 449/1990 ΠοινΧρ 1990,1173, ΣυμΒΠλημΧιου 44/2008, ΣυμΒΠλημΗρακλ 261/2005).

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι δεν δύναται να αρθεί από το δικαστικό συμβούλιο η κατάσχεση πραγμάτων, των οποίων ο κατά νόμο προορισμός είναι να δημευθούν, είτε υπό τη μορφή παρεπόμενης ποινής είτε υπό τη μορφή μέτρου ασφαλείας, κατά τις διακρίσεις του άρθρου 76 παρ. 1 και 2 ΠΚ, αλλά μόνο αρμόδιο για τη λήψη της απόφασης περί δήμευσης είναι το δικαστήριο της κύριας υπόθεσης (ΣυμΒΠλημΧιου 44/2008, ΣυμΒΠλημΑθ 933/2006, ΣυμβΠλημΛασιθ 140/2004, ΣυμΒΠλημΘεσσ 764/1991, Πλημμ Μυτιλήνης 72/1994, ΑΠ 1140/2000).

Περισσότερα
Ν. 1730/1987 “Ελληνική Ραδιοφωνία – Τηλεόραση, Ανώνυμη Εταιρεία” (ΦΕΚ 145/Α/1987).
Ν. 2328/1995 “Νομικό καθεστώς της ιδιωτικής τηλεόρασης και της τοπικής ραδιοφωνίας, ρύθμιση θεμάτων της ραδιοτηλεοπτικής αγοράς και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 159/Α/1995).
Ν. 2801/2000 “Ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 46/Α/3-3-2000).
Ν. 3592/2007 “Συγκέντρωση και αδειοδότηση Επιχειρήσεων Μέσων Ενημέρωσης και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 161/Α/19-7-2007).
Ν. 4070/2012 “Ρυθμίσεις Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, Μεταφορών, Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 82/Α/10-04-2012).