Ο Έλεγχος της Συγκέντρωσης Επιχειρήσεων από την Επιτροπή Ανταγωνισμού

Η συνένωση δυνάμεων μεταξύ εταιρειών συχνά ευεργετεί τις σχετικές αγορές και κομίζει γενικότερα οφέλη για την οικονομία, περικόπτοντας κόστη και αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων προς όφελος των τελικών καταναλωτών. Ιδιαίτερα στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον οι συγκεντρώσεις επιχειρήσεων αποτελούν ελκυστικό εργαλείο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την οικονομική ανάπτυξη.

Εντούτοις, ορισμένες συγκεντρώσεις επιχειρήσεων δύνανται να περιορίζουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Ειδικότερα, η υπερσυγκέντρωση επιχειρηματικής δύναμης στις σχετικές αγορές μπορεί να οδηγεί σε υψηλότερες τιμές, μειωμένες επιλογές και λιγότερη καινοτομία προς βλάβη του καταναλωτικού κοινού. Για τους λόγους αυτούς η συγκέντρωση επιχειρήσεων, αν και κατ’ αρχάς επιτρέπεται από τον νόμο, δύναται να απαγορευθεί, εφόσον δεν πληρεί ορισμένες προϋποθέσεις, ενώ υπόκειται σε προηγούμενη γνωστοποίηση στις ανεξάρτητες αρχές ανταγωνισμού.

Ορισμοί

Συγκέντρωση επιχειρήσεων, που υπόκειται σε πρότερη γνωστοποίηση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, αποτελεί (άρθρο 5 § 2 του Ν. 3959/2011) :

  1. Η ίδρυση κοινής επιχείρησης που εκπληρώνει μόνιμα όλες τις λειτουργίες μιας αυτόνομης οικονομικής ενότητας.
  2. Η απόσχιση ή απόσπαση κλάδου ή κλάδων επιχειρήσεων.
  3. Η μόνιμη μεταβολή ελέγχου από τη συγχώνευση με οποιονδήποτε τρόπο δύο ή περισσότερων προηγουμένως ανεξάρτητων επιχειρήσεων ή τμημάτων επιχειρήσεων.
  4. Η μόνιμη μεταβολή ελέγχου από την απόκτηση από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ελέγχουν ήδη τουλάχιστον μια επιχείρηση ή από μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, άμεσα ή έμμεσα του ελέγχου του συνόλου ή τμημάτων μιας ή περισσοτέρων άλλων επιχειρήσεων με σύμβαση, με την αγορά τίτλων ή στοιχείων του ενεργητικού ή άλλον τρόπο.

Κατ’ εξαίρεση, συγκεντρώσεις που πραγματοποιούνται μεταξύ επιχειρήσεων, που ανήκουν σε όμιλο, δεν εμπίπτουν στις περί συγκεντρώσεων διατάξεις του Ν. 3959/2011 και δεν υπόκεινται σε πρότερη γνωστοποίηση. Έλεγχος είναι η δυνατότητα καθοριστικής επίδρασης στη δραστηριότητα μιας επιχείρησης που απορρέει κυρίως (άρθρο 5 § 3 του Ν. 3959/2011) :

i. Από δικαιώματα κυριότητας ή επικαρπίας επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης και

ii. Από δικαιώματα ή συμβάσεις που παρέχουν δυνατότητα καθοριστικής επίδρασης στη σύνθεση, στις συσκέψεις ή στις αποφάσεις των οργάνων μιας επιχείρησης.

Η αρχή της μόνιμης μεταβολής του ελέγχου αποτελεί τη βάση για την εννοιολογική προσέγγιση της συγκέντρωσης. Έλεγχο δε αποκτούν κατά κανόνα πρόσωπα ή επιχειρήσεις που είναι υποκείμενα δικαιωμάτων ή δικαιούχοι από συμβάσεις που τους παρέχουν τον έλεγχο ή που χωρίς να είναι τέτοια δικαιούνται να ασκούν δικαιώματα που απορρέουν από αυτές (άρθρο 5 § 3 Ν. 3959/2011).

Το πλέον σύνηθες μέσο απόκτησης ελέγχου είναι η απόκτηση μετοχών, ενδεχομένως σε συνδυασμό με τη συμφωνία των μετόχων σε περίπτωση κοινού ελέγχου, ή η απόκτηση στοιχείων ενεργητικού. Ο έλεγχος, που αποκτάται, μπορεί να είναι αποκλειστικός ή κοινός. Και στις δύο περιπτώσεις ο έλεγχος ορίζεται ως η δυνατότητα καθοριστικού επηρεασμού της δραστηριότητας μιας επιχείρησης με βάση δικαιώματα, συμβάσεις ή οποιαδήποτε άλλα μέσα. Ως αποφασιστική επιρροή με την έννοια αυτή νοείται, κατά κανόνα, η δυνατότητα ματαίωσης της λήψης αποφάσεων που αφορούν την στρατηγική συμπεριφορά μιας επιχείρησης. Σε αντίθεση με τον αποκλειστικό έλεγχο, ο οποίος παρέχει την εξουσία καθορισμού των στρατηγικών αποφάσεων σε μια επιχείρηση από συγκεκριμένο μέτοχο ή εταίρο, ο κοινός έλεγχος χαρακτηρίζεται από την δυνατότητα δημιουργίας αδιεξόδου λόγω της εξουσίας ενός ή περισσοτέρων μετόχων ή εταίρων να απορρίπτουν τις προτεινόμενες στρατηγικές αποφάσεις. Ως εκ τούτου οι εν λόγω μέτοχοι ή εταίροι πρέπει να καταλήξουν σε κοινή συναίνεση για τον καθορισμό της εμπορικής – επιχειρηματικής πολιτικής της από κοινού ελεγχόμενης επιχείρησης. Κοινός έλεγχος αποκτάται όταν δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις ή πρόσωπα έχουν τη δυνατότητα να ασκούν αποφασιστική επιρροή σε μια άλλη επιχείρηση.

Ο κοινός έλεγχος μπορεί να έχει τη μορφή: (1) είτε της ύπαρξης ίσων δικαιωμάτων ψήφου ή εκπροσώπησης στα όργανα λήψης αποφάσεων, (2) είτε της κοινής άσκησης δικαιωμάτων ψήφου από δύο ή περισσότερους μετόχους ή εταίρους, ο καθένας από τους οποίους έχει μειοψηφική συμμετοχή, εφόσον οι μειοψηφικές αυτές συμμετοχές, υπολογιζόμενες όλες μαζί, σχηματίζουν πλειοψηφία δικαιωμάτων ψήφου, οι δε κάτοχοι τους θα ενεργούν πάντοτε από κοινού κατά την άσκηση δικαιωμάτων ψήφων τους, πράγμα που μπορεί να προκύπτει είτε από πραγματική δεσμευτική συμφωνία, είτε εν τοις πράγμασι, όπως π.χ. όταν υπάρχουν ισχυρά κοινά συμφέροντα μεταξύ των μειοψηφούντων μετόχων ή εταίρων (προηγούμενη ύπαρξη δεσμών μεταξύ τους, απόκτηση συμμετοχών μέσω συντονισμένων ενεργειών, κ.λ.π.) με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ενεργήσουν ο ένας εναντίον του άλλου κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους όσον αφορά στην κοινή επιχείρηση, (3) είτε της ύπαρξης δικαιωμάτων αρνησικυρίας. Τέλος, στην έννοια της απόκτησης του ελέγχου εμπίπτουν και οι περιπτώσεις στις οποίες επέρχεται μεταβολή της διάρθρωσης του ελέγχου (βλ. σχετικά ΕΠΑΝΤ, απόφαση 552/VI/2012, με περαιτέρω παραπομπές σε 506/VI/2010, 390/V/2008 και 382/V/2008).

Νομικό Πλαίσιο

Οι συγκεντρώσεις επιχειρήσεων ρυθμίζονται από τα άρθρα 5 – 10 του Ν. 3959/2011 «Προστασία του Ελεύθερου Ανταγωνισμού (ΦΕΚ 93/Α/20-04-2011). Με τον νόμο αυτόν καθιερώνεται ένα σύστημα προληπτικού ελέγχου των συγκεντρώσεων επιχειρήσεων, με βάση το οποίο οι συγκεντρώσεις επιχειρήσεων υπόκεινται σε προηγούμενη γνωστοποίηση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Σκοπός του νόμου είναι η διασφάλιση ότι η συγκέντρωση επιχειρήσεων στην αγορά είναι συμβατή και δεν θέτει σε κίνδυνο τον ελεύθερο ανταγωνισμό.

Επιπρόσθετα, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 6 § 5 και 6 του Ν. 3959/2011 η Επιτροπή Ανταγωνισμού εξέδωσε την υπ’ αρ. 558/VII/2013 απόφασή της (ΦΕΚ 91/Β/21-01-2013), με την οποία καθόρισε το ειδικότερο περιεχόμενο της γνωστοποίησης συγκέντρωσης επιχειρήσεων, καθώς και την υπ’ αρ. 524/VI/2011 απόφασή της (ΦΕΚ 1678/Β/28-07-2011), με την οποία καθόρισε το περιεχόμενο του εντύπου ανάληψης δεσμεύσεων.

Οι συγκεντρώσεις επιχειρήσεων με κοινοτική διάσταση ρυθμίζονται από τον Κανονισμό 139/2004, που προβλέπει την πρότερη γνωστοποίησή τους ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Για την αξιολόγηση των συγκεντρώσεων με κοινοτική διάσταση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκδώσει Κατευθυντήριες Γραμμές για την αξιολόγηση των οριζοντίων συγκεντρώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (2004/C, 31/03) καθώς και Κατευθυντήριες Γραμμές για την αξιολόγηση των μη οριζοντίων συγκεντρώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (2008/C, 65/07), οι οποίες επίσης ακολουθούνται και στην αξιολόγηση των συγκεντρώσεων επιχειρήσεων από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού.

Πεδίο Εφαρμογής

Υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποίησης υφίσταται για συγκεντρώσεις επιχειρήσεων, εφόσον ο συνολικός κύκλος εργασιών όλων των επιχειρήσεων που συμμετέχουν ανέρχεται τουλάχιστον σε εκατόν πενήντα (150) εκατομμύρια Ευρώ και δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν καθεμία χωριστά στην ελληνική αγορά συνολικό κύκλο εργασιών άνω των δέκα πέντε (15) εκατομμυρίων Ευρώ (άρθρο 6 § 1 του Ν. 3959/2011).

Μια συγκέντρωση αποκτά «ευρωπαϊκή διάσταση» και, επομένως, υπόκειται σε πρότερη γνωστοποίηση ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όταν :

  • Ο συνολικός πραγματοποιηθείς κύκλος εργασιών σε παγκόσμιο επίπεδο από τον σύνολο των συγκεντρωθεισών επιχειρήσεων υπερβαίνει το ποσό των πέντε (5) δισεκατομμυρίων Ευρώ, και
  • Ο συνολικός κύκλος εργασιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τουλάχιστον δύο επιχειρήσεις που αφορά η συγκέντρωση υπερβαίνει τα 350 εκατομμύρια Ευρώ, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία μια από τις επιχειρήσεις αυτές πραγματοποιεί περισσότερο από τα δύο τρίτα του συνολικού κύκλου εργασιών της στην ΕΕ σε μία μόνο χώρα της ΕΕ.

Ακόμη και αν συγκεντρώσεις επιχειρήσεων δεν ξεπερνούν τα παραπάνω όρια, χαρακτηρίζονται ως συγκεντρώσεις ευρωπαϊκής διάστασης, εάν :

  1. Ο συνολικά πραγματοποιηθείς κύκλος εργασιών σε παγκόσμιο επίπεδο από όλες τις υπό εξέταση επιχειρήσεις ανέρχεται σε ποσό άνω των 2,5 δισεκατομμυρίων Ευρώ.
  2. Ο συνολικά πραγματοποιηθείς κύκλος εργασιών σε καθεμία από τουλάχιστον τρεις χώρες της ΕΕ από όλες τις υπό εξέταση επιχειρήσεις υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια Ευρώ.
  3. Ο συνολικά πραγματοποιηθείς κύκλος εργασιών σε καθεμία από τουλάχιστον τρεις χώρες της ΕΕ, μεμονωμένα από τουλάχιστον δύο υπό εξέταση επιχειρήσεις υπερβαίνει τα 25 εκατομμύρια Ευρώ.
  4. Ο συνολικά πραγματοποιηθείς κύκλος εργασιών στην ΕΕ μεμονωμένα από τουλάχιστον δύο υπό εξέταση επιχειρήσεις υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια Ευρώ, εκτός από την περίπτωση που καθεμία από τις υπό εξέταση επιχειρήσεις πραγματοποιεί πάνω από τα δύο τρίτα του κύκλου εργασιών της στην ΕΕ, σε μία μόνο χώρα της ΕΕ.

Ο κύκλος εργασιών των συμμετεχουσών στην συγκέντρωση επιχειρήσεων κατ’ αρχήν υπολογίζεται με βάση τα ποσά που απορρέουν από την πώληση προϊόντων και την παροχή υπηρεσιών από τις εν λόγω επιχειρήσεις, κατά περίπτωση στην εθνική ή παγκόσμια αγορά, κατά τη διάρκεια της τελευταίας χρήσης και αντιστοιχούν στις συνήθεις δραστηριότητες τους, αφού αφαιρεθούν οι νόμιμες εκπτώσεις επί των πωλήσεων, καθώς και ο φόρος προστιθέμενης αξίας και άλλοι φόροι που συνδέονται άμεσα με τον κύκλο εργασιών Στο συνολικό κύκλο εργασιών μίας συμμετέχουσας επιχείρησης δεν περιλαμβάνονται ορισμένες συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ των συμμετεχουσών επιχειρήσεων (άρθρο 10 § 1 του Ν. 3959/2011).

Κατά παρέκκλιση από τα παραπάνω, όταν η συγκέντρωση πραγματοποιείται με την απόκτηση τμημάτων μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων, ασχέτως αν τα τμήματα αυτά έχουν ή όχι νομική προσωπικότητα, λαμβάνονται υπόψη, όσον αφορά τον μεταβιβάζοντα, μόνο ο κύκλος εργασιών που αντιστοιχεί στο μεταβιβαζόμενο μέρος. Ωστόσο, δύο ή περισσότερες πράξεις κατά το προηγούμενο εδάφιο, οι οποίες πραγματοποιούνται σε χρονική περίοδο δύο ετών μεταξύ των ίδιων προσώπων ή επιχειρήσεων, θεωρούνται ως μια μόνο συγκέντρωση, που προκύπτει κατά την ημερομηνία της τελευταίας πράξης (άρθρο 10 § 2 του Ν. 3959/2011).

Έλεγχος των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων

Η πραγματοποίηση συγκέντρωσης, που γνωστοποιήθηκε ή παρανόμως δεν γνωστοποιήθηκε, πριν από την έκδοση σχετικής απόφασης έγκρισης της Επιτροπής Ανταγωνισμού απαγορεύεται (άρθρο 9 § 1 του Ν. 3959/2011), ενώ οι εκτελεσθείσες δικαιοπραξίες μεταξύ των συμμετεχουσών επιχειρήσεων καθίστανται ακυρώσιμες (άρθρο 9 § 5 του Ν. 3959/2011). Στην περίπτωση αυτή ωστόσο επιτρέπεται η πραγματοποίηση δημόσιας προσφοράς, αγοράς ή ανταλλαγής ή η απόκτηση στο πλαίσιο χρηματιστηριακών συναλλαγών συμμετοχής που εξασφαλίζει τον έλεγχο μιας επιχείρησης.

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί, ύστερα από αίτηση, να επιτρέψει παρέκκλιση από την πρότερη έγκριση, προκειμένου να αποφευχθούν σοβαρές ζημιές σε βάρος μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων τις οποίες αφορά η πράξη συγκέντρωσης ή σε βάρος τρίτου. Για την απόφαση αυτή, η Επιτροπή Ανταγωνισμού συνυπολογίζει, μεταξύ άλλων, την απειλή που συνιστά η εν λόγω συγκέντρωση για τον ανταγωνισμό. Στην απόφαση που επιτρέπει την παρέκκλιση, μπορεί να τίθενται όροι και υποχρεώσεις για την εξασφάλιση συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού και την αποτροπή καταστάσεων που θα μπορούσαν να δυσχεράνουν την εκτέλεση τυχόν απαγορευτικής οριστικής απόφασης. Η άδεια παρέκκλισης μπορεί να ζητείται και να παρέχεται οποτεδήποτε, είτε πριν από τη γνωστοποίηση είτε μετά τη συναλλαγή. Η απόφαση που επιτρέπει την παρέκκλιση, μπορεί να ανακληθεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμού (άρθρο 9 § 3 του Ν. 3959/2011).

Σε περίπτωση που συγκέντρωση επιχειρήσεων δύναται να περιορίσει σημαντικά τον ανταγωνισμό στην εθνική αγορά ή σε ένα σημαντικό σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών τμήμα της, ιδίως με τη δημιουργία ή ενίσχυση μιας δεσπόζουσας θέσης, η Επιτροπή Ανταγωνισμού με απόφασή της την απαγορεύει (άρθρο 7 § 1 του Ν. 3959/2011). Για την εκτίμηση της δυνατότητας μιας συγκέντρωσης να περιορίσει σημαντικά τον ανταγωνισμό λαμβάνονται υπόψη ιδιαίτερα η διάρθρωση όλων των σχετικών αγορών, ο πραγματικός ή δυνητικός ανταγωνισμός εκ μέρους επιχειρήσεων εγκατεστημένων εντός ή εκτός Ελλάδας, η ύπαρξη νομικών ή πραγματικών εμποδίων εισόδου στην αγορά, η θέση των συμμετεχουσών στη συγκέντρωση επιχειρήσεων στην αγορά και η χρηματοοικονομική τους ισχύς, οι εναλλακτικές δυνατότητες επιλογής που έχουν οι προμηθευτές και χρήστες, η πρόσβαση τους στις πηγές εφοδιασμού ή στις αγορές διάθεσης των προϊόντων, η εξέλιξη της προσφοράς και της ζήτησης των σχετικών αγαθών και υπηρεσιών, τα συμφέροντα των ενδιάμεσων και τελικών καταναλωτών, καθώς και η συμβολή στην τεχνική και οικονομική πρόοδο και στη βελτίωση της οικονομικής αποτελεσματικότητας, υπό τον όρο ότι η συμβολή αυτή είναι προς το συμφέρον των καταναλωτών και δεν αποτελεί εμπόδιο για τον ανταγωνισμό (άρθρο 7 § 2 του Ν. 3959/2011).

Στο μέτρο που η δημιουργία κοινής επιχείρησης έχει ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα το συντονισμό της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς επιχειρήσεων που παραμένουν ανεξάρτητες, κατά την αξιολόγηση μίας τέτοιας συγκέντρωση, η Επιτροπή Ανταγωνισμού λαμβάνει υπόψη ιδίως (άρθρο 7 § 3 του Ν. 3959/2011) :

α) αν δύο ή περισσότερες μητρικές επιχειρήσεις ασκούν, σε σημαντικό βαθμό, δραστηριότητες στην ίδια αγορά με την κοινή επιχείρηση ή σε αγορά προηγούμενων ή επόμενων σταδίων από αυτήν της κοινής επιχείρησης ή σε παραπλήσια αγορά στενά συνδεδεμένη με την αγορά αυτή, και

β) εάν ο συντονισμός, ο οποίος απορρέει ευθέως από τη δημιουργία της κοινής επιχείρησης, παρέχει στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να εξαλείψουν τον ανταγωνισμό σε μεγάλο μέρος των αγορών τους.

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να εγκρίνει συγκέντρωση υπό τον όρο της τήρησης δεσμεύσεων από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού στις σχετικές αγορές προϊόντων / υπηρεσιών. Οι δεσμεύσεις μπορούν να επιβληθούν από την ίδια την Επιτροπή ή να προταθούν από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις κατά τη διαδικασία της προηγούμενης γνωστοποίησης με την κατάθεση ειδικού εντύπου ανάληψης δεσμεύσεων (άρθρο 8 § 8 του Ν. 3959/2011, υπ’ αρ. 524/VI/2011 απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού).

Διοικητικές Κυρώσεις

Υποχρέωση γνωστοποίησης έχουν (άρθρο 6 § 2 του Ν. 3959/2011) :

α. από κοινού οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε συγχώνευση ή σε απόκτηση ελέγχου.

β. το πρόσωπο ή η επιχείρηση που αποκτά έλεγχο στο σύνολο ή σε τμήματα μιας ή περισσοτέρων επιχειρήσεων. Στην περίπτωση δημόσιας προσφοράς για την εξαγορά επιχείρησης η γνωστοποίηση υποβάλλεται από τον υποβάλλοντα την προσφορά.

Σε περίπτωση υπαίτιας παράβασης της υποχρέωσης προς γνωστοποίηση η Επιτροπή Ανταγωνισμού επιβάλλει στον καθένα από τους υπόχρεους πρόστιμο ύψους τουλάχιστον τριάντα χιλιάδων (30.000) Ευρώ, το οποίο δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού κύκλου εργασιών των συμμετεχουσών επιχειρήσεων. Κατά την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται ιδίως υπόψη η οικονομική ισχύς των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, το πλήθος των επηρεαζόμενων αγορών και το επίπεδο του ανταγωνισμού σε αυτές καθώς και η εκτιμώμενη επίδραση της συγκέντρωσης στον ανταγωνισμό (άρθρα 6 § 4 και 9 § 1 του Ν. 3959/2011).

Με την απόφαση της έγκρισης υπό τον όρο ανάληψης δεσμεύσεων η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να απειλήσει κατά των συμμετεχουσών επιχειρήσεων πρόστιμο σε περίπτωση μη συμμόρφωσης αυτών προς τους παραπάνω όρους ή προϋποθέσεις στο πλαίσιο των δεσμεύσεων. Το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να ανέρχεται μέχρι ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού κύκλου εργασιών των συμμετεχουσών επιχειρήσεων. Για την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται κυρίως υπόψη οι επιπτώσεις στον ανταγωνισμό από τη μη συμμόρφωση. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί με απόφαση της να θεωρήσει ότι κατέπεσε το πρόστιμο, εφόσον διαπιστωθεί η μη συμμόρφωση των συμμετεχουσών επιχειρήσεων στους όρους ή προϋποθέσεις που επιβλήθηκαν (άρθρο 7 § 1 του Ν. 3959/2011).

Αν η συγκέντρωση έχει ήδη πραγματοποιηθεί κατά παράβαση των διατάξεων ή των αποφάσεων που απαγορεύουν την πραγματοποίηση της ή έχει πραγματοποιηθεί κατά παράβαση ενός όρου ή μιας προϋπόθεσης που συνοδεύει απόφαση υπό όρους έγκρισης, η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί με απόφαση της (άρθρο 9 § 4 του Ν. 3959/2011) :

α) να διατάσσει το διαχωρισμό των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, ιδίως με τη διάλυση της συγχώνευσης ή τη διάθεση όλων των μετοχών ή στοιχείων του ενεργητικού που έχουν αποκτηθεί, ούτως ώστε να επανέλθει η κατάσταση που επικρατούσε πριν από την πραγματοποίηση της συγκέντρωσης.

β) να διατάσσει τη λήψη άλλου κατάλληλου μέτρου για να εξασφαλίζει τη λύση της συγκέντρωσης από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις ή τη λήψη άλλων μέτρων αποκατάστασης.

Σε βάρος των επιχειρήσεων που δεν συμμορφώνονται με την απόφαση αυτή, η Επιτροπή Ανταγωνισμού επιβάλλει πρόστιμο ύψους μέχρι δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων, που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, και επιπλέον πρόστιμο ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ για κάθε ημέρα που παρέρχεται χωρίς συμμόρφωση προς την απόφαση.

Η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει και προσωρινά μέτρα κατάλληλα για την αποκατάσταση ή τη διατήρηση συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού (άρθρο 8 § 9 του Ν. 3959/2011).

Διαδικασία Προηγούμενης Γνωστοποίησης

Η διαδικασία για την προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης επιχειρήσεων ξεκινά με την σύναψη της συμφωνίας ή τη δημοσίευση της προσφοράς ή ανταλλαγής ή την ανάληψη υποχρέωσης για την απόκτηση συμμετοχής, που εξασφαλίζει τον έλεγχο της επιχείρησης (άρθρο 6 § 1 του Ν. 3959/2011, ΔΕΕ 1180/2011). Από την επόμενη εργάσιμη και εντός τριάντα ημερών από την παραπάνω πράξη η συγκέντρωση επιχειρήσεων γνωστοποιείται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού με την υποβολή σχετικού προτύπου εντύπου γνωστοποίησης συγκέντρωσης επιχειρήσεων. Η γνωστοποίηση συνοδεύεται με παράβολο δημοσίου ταμείου 1.100 € (άρθρο 45 του Ν. 3959/2011).

Αμέσως μετά την υποβολή της γνωστοποίησης οι υπόχρεοι υποχρεούνται με έξοδά τους να δημοσιεύσουν τη γνωστοποιούμενη συγκέντρωση σε μια ημερήσια οικονομική εφημερίδα πανελλαδικής κυκλοφορίας. Η καταχώρηση πρέπει να γίνεται σε πλαίσιο και να καταλαμβάνει στην εφημερίδα χώρο μήκους τουλάχιστον διστήλου και ύψους τουλάχιστον 5 εκατοστών. Εντός πέντε εργασίμων ημερών από τη γνωστοποίηση της συγκέντρωσης οι υπόχρεοι κοινοποιούν στην Επιτροπή Ανταγωνισμού το φύλλο της εφημερίδας, στην οποία καταχωρήθηκε η δημοσίευση, το οποίο και δημοσιεύεται στον επίσημο διαδικτυακό της τόπο. Οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος τρίτος μπορεί να υποβάλλει παρατηρήσεις ή να παρέχει στοιχεία επί της γνωστοποιούμενης συγκέντρωσης εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης (άρθρο 6 § 6 του Ν. 3959/2011, Παράρτημα ΙΙΙ Απόφαση ΕΠΑΝΤ).

Η διαδικασία συγκέντρωσης επιχειρήσεων ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού διεξάγεται σε δύο φάσεις:

1η Φάση («Διαδικασία Προκαταρκτικής Διερεύνησης») : (α) Είτε ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού εντός μηνός από την υποβολή της γνωστοποίησης με πράξη του αποφαίνεται ότι η γνωστοποιηθείσα συγκέντρωση δεν εμπίπτει στο πεδίο ελέγχου του Ν. 3959/2011 για τις συγκεντρώσεις επιχειρήσεων (άρθρο 8 § 2 του Ν. 3959/2011). (β) Είτε η Επιτροπή Ανταγωνισμού εντός μηνός από την υποβολή της γνωστοποίησης εγκρίνει με απόφασή της τη γνωστοποιηθείσα συγκέντρωση, επειδή δεν προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατό αυτής με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού στις σχετικές αγορές στις οποίες αφορά (άρθρο 8 § 2 του Ν. 3959/2011). (γ) Είτε ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού εντός μηνός από την υποβολή της γνωστοποίησης διατάσσει την περαιτέρω διερεύνηση της γνωστοποιηθείσας συγκέντρωσης λόγω σοβαρών αμφιβολιών για το συμβατό αυτής με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού στις σχετικές αγορές (άρθρο 8 § 4 του Ν. 3959/2011).

2η Φάση («Διαδικασία Πλήρους Διερεύνησης») : Εφόσον ελήφθη απόφαση του Προέδρου για την περαιτέρω διερεύνηση της συγκέντρωσης, εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από τη λήψη της η υπόθεση εισάγεται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Από την κοινοποίηση της απόφασης του Προέδρου περί περαιτέρω διερεύνησης και εντός είκοσι (20) ημερών από την εισαγωγή στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις δύνανται να προβαίνουν σε τροποποιήσεις της γνωστοποίησης ή σε προτάσεις δεσμεύσεων, ώστε η γνωστοποιηθείσα συγκέντρωση να μην προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατό αυτής με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού στις αγορές στις οποίες αφορά (άρθρο 8 § 4 και 8 του Ν. 3959/2011). Η 2η φάση του προληπτικού ελέγχου περατώνεται με απόφαση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία, είτε απαγορεύει είτε επιτρέπει τη συγκέντρωση και εκδίδεται εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία κίνησης της διαδικασίας . Η πάροδος της προθεσμίας των ενενήντα (90) ημερών χωρίς την έκδοση απορριπτικής πράξης θεωρείται ως έγκριση της συγκέντρωσης από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία εκδίδει υποχρεωτικά σχετική διαπιστωτική πράξη (άρθρο 8 § 6 του Ν. 3959/2011).

Εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση της εγκριτικής ή απορριπτικής απόφασης της Επιτροπής οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις έχουν το δικαίωμα για την άσκηση προσφυγής κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (άρθρο 30 § 1 του Ν. 3959/2011).

Περισσότερα

Γενική Γραμματεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον Ανταγωνισμό.

Ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Κανονισμός 139/2004 για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων.

Κατευθυντήριες Γραμμές για την αξιολόγηση των οριζοντίων συγκεντρώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (2004/C, 31/03).

Κατευθυντήριες Γραμμές για την αξιολόγηση των μη οριζοντίων συγκεντρώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (2008/C, 65/07).

Ν. 3959/2011 «Προστασία του Ελεύθερου Ανταγωνισμού (ΦΕΚ 93/Α/20-04-2011).

Η υπ’ αρ. 558/VII/2013 απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τον καθορισμό του ειδικότερου περιεχομένου της γνωστοποίησης συγκέντρωσης επιχειρήσεων (ΦΕΚ 91/Β/21-01-2013).

Η υπ’ αρ. 524/VI/2011 απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τον καθορισμό του περιεχομένου του εντύπου ανάληψης δεσμεύσεων (ΦΕΚ 1678/Β/28-07-2011).