Η Διαδικασία Καταχώρησης Εμπορικού Σήματος

Το αποκλειστικό δικαίωμα σε σήμα αποκτάται με την καταχώριση του, δηλαδή αποκτάται από την ημέρα που υπεβλήθη η σχετική δήλωση / αίτηση στην αρμόδια δημόσια αρχή (άρθρο 121 § 1 του Ν. 4072/2012). Η διαδικασία καταχώρησης εμπορικού σήματος διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 134-149 του Ν. 4072/2012.

Αρμόδια για την παραλαβή των δηλώσεων κατάθεσης εθνικού σήματος είναι η Διεύθυνση Εμπορικής και Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (Υπηρεσία Σημάτων) του Υπουργείου Ανάπτυξης (άρθρο 134 του Ν. 4072/2012). Αρμόδιος για την εξέταση των λόγων απαραδέκτου και τη λήψη της απόφασης για την αποδοχή ή την απόρριψη της δήλωσης είναι ο Εξεταστής, υπάλληλος της Υπηρεσίας Σημάτων (άρθρο 139 § 5 του Ν. 4072/2012). Η απόφαση για την αποδοχή σήματος δημοσιεύεται ηλεκτρονικά εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την ημερομηνία κατάθεσης (άρθρο 139 § 1 και 3 του Ν. 4072/2012).

Σημεία Δεκτικά Καταχώρησης ως Εμπορικά Σήματα
Σήμα μπορεί να αποτελέσει κάθε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα άλλων επιχειρήσεων. Μπορούν να αποτελέσουν σήμα ιδίως λέξεις, ονόματα, επωνυμίες, ψευδώνυμα, απεικονίσεις, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, χρώματα, ήχοι, συμπεριλαμβανομένων των μουσικών φράσεων, το σχήμα του προϊόντος ή της συσκευασίας του και τα διαφημιστικά συνθήματα (slogans) (άρθρο 121 § 1 του Ν. 4072/2012).

Ο νόμος ορίζει ρητά ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτή ως σήμα και συνεπώς απορρίπτεται όποια ένδειξη (άρθρο 123, 124 § 1 και 3 καθώς και 139 § 1 του Ν. 4072/2012) :

  • Δεν εμπίπτει στον ορισμό του σήματος.
  • Στερείται διακριτικού χαρακτήρα.
  • Συνίσταται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για τη δήλωση του είδους, της ποιότητας, των ιδιοτήτων, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της υπηρεσίας.
  • Συνίσταται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις, τα οποία έχουν καταστεί συνήθη στην καθημερινή γλώσσα ή στη θεμιτή και πάγια πρακτική του εμπορίου.
  • Συνίσταται αποκλειστικά από το σχήμα που επιβάλλεται από τη φύση του προϊόντος ή είναι απαραίτητο για την επίτευξη τεχνικού αποτελέσματος ή προσδίδει ουσιαστική αξία στο προϊόν.
  • Αντίκειται στη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη
  • Μπορεί να παραπλανήσει το κοινό ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος ή της υπηρεσίας
  • Προορίζεται να διακρίνει κρασιά ή οινοπνευματώδη που εμπεριέχουν ή αποτελούνται από προστατευόμενη από τη νομοθεσία της Ε.Ε., γεωγραφική ένδειξη υποδηλούσα κρασιά ή οινοπνευματώδη, εφόσον τα εν λόγω κρασιά ή οινοπνευματώδη δεν έχουν τη συγκεκριμένη προέλευση
  • Εμπεριέχει ή αποτελείται από ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη γεωργικών προϊόντων και τροφίμων που έχουν ήδη καταχωρισθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ε.Ε. και αφορούν τον ίδιο τύπο προϊόντος, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση καταχώρισης του εν λόγω σήματος υποβάλλεται μετά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης καταχώρισης της ονομασίας προέλευσης ή της γεωγραφικής ένδειξης των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων
  • Είναι όνομα κράτους, σημαία, έμβλημα, σύμβολο, θυρεός, σημείο η επίσημο του Ελληνικού Κράτους και των λοιπών κρατών καθώς και σημείο μεγάλης συμβολικής σημασίας και ιδιαιτέρου δημοσίου συμφέροντος και ιδίως θρησκευτικό σύμβολο, παράσταση ή λέξη.
    Αντίκειται στην καλή πίστη ή έγινε κακόπιστα.

Επιπρόσθετα, απορρίπτεται και οποιαδήποτε αίτηση για την καταχώριση ένδειξης ως σήματος (άρθρο 123, 124 § 1 και 3 καθώς και 139 § 1 του Ν. 4072/2012) :

  1. Εάν αυτή ταυτίζεται με προγενέστερο σήμα και τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες, για τα οποία έχει δηλωθεί, ταυτίζονται με εκείνα για τα οποία προστατεύεται το προγενέστερο σήμα.
  2. Εάν λόγω της ταυτότητας με το προγενέστερο σήμα και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και της ταυτότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού, ο οποίος περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισής του με το προγενέστερο σήμα.
  3. Εάν ταυτίζεται ή ομοιάζει με προγενέστερο σήμα που έχει αποκτήσει φήμη και η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος θα προσπόριζε σε αυτό, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή θα έβλαπτε το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη αυτού, ανεξάρτητα αν το μεταγενέστερο σήμα προορίζεται να διακρίνει προϊόντα ή υπηρεσίες που ομοιάζουν με τα προϊόντα ή υπηρεσίες του προγενέστερου σήματος.
  4. Εάν προσκρούει σε δικαίωμα μη καταχωρισμένου σήματος ή άλλου διακριτικού σημείου ή γνωρίσματος που χρησιμοποιείται στις συναλλαγές, το οποίο παρέχει στον δικαιούχο το δικαίωμα να απαγορεύει τη χρήση μεταγενέστερου σήματος, με την προϋπόθεση ότι τα δικαιώματα αυτά έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης του εν λόγω σημείου, αφού ληφθούν υπόψη τα τυχόν προβαλλόμενα δικαιώματα προτεραιότητας.
  5. Εάν προσκρούει σε προγενέστερο δικαίωμα της προσωπικότητας τρίτου ή σε προγενέστερο δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας.
  6. Εάν ενδέχεται να δημιουργήσει σύγχυση με σήμα που έχει καταχωρισθεί και χρησιμοποιείται στην αλλοδαπή κατά τη στιγμή της κατάθεσης της δήλωσης, αν αυτή έγινε κακόπιστα από τον αιτούντα.

Διαδικασία Καταχώρησης Σήματος
Η αίτηση – δήλωση κατάθεσης σήματος υποβάλλεται είτε αυτοπροσώπως από τον καταθέτη – δικαιούχο είτε από αντιπρόσωπό του είτε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του. Επί νομικού προσώπου ή επί περισσοτέρων καταθετών ορίζεται πάντοτε εκπρόσωπος (άρθρο 135 § 1 γ’ του Ν. 4072/2012).

Η αίτηση – δήλωση κατάθεσης σήματος υποχρεωτικώς περιέχει (άρθρα 135 § 1 και 136 § 1 του Ν. 4072/2012) :

  1. Αίτημα για την καταχώριση του σήματος.
  2. Αποτύπωση του σήματος της οποίας οι διαστάσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν τα 8 x 8 cm.
  3. Στοιχεία καταθέτη.
  4. Στοιχεία του πληρεξουσίου δικηγόρου (εφόσον ο καταθέτης εκπροσωπείται από δικηγόρο).
  5. Κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών τα οποία πρόκειται να διακρίνει το σήμα ταξινομημένα κατά κλάση με αναγραφή της οικείας κλάσης κατά ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών. Η ταξινόμηση ακολουθεί τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών της διεθνούς Συμφωνίας της Νίκαιας (άρθρα 1 του Ν. 2505/1997 και 180 του Ν. 4072/2012, Παράρτημα IX του Ν. 4072/2012).
  6. Υπογραφή του καταθέτη ή του πληρεξουσίου του δικηγόρου.
  7. Διορισμό αντικλήτου και στοιχεία αυτού, διεύθυνση, τηλέφωνο επικοινωνίας και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
  8. Μνεία των χαρακτηριστικών του σήματος, ηχητικό, έγχρωμο, τρισδιάστατο, συλλογικό.
  9. Απόδοση σε προσάρτημα των τυχόν διαφόρων του ελληνικού ή λατινικού αλφαβήτου χαρακτήρων του σήματος στο ελληνικό ή λατινικό αλφάβητο.
  10. Ημερομηνία τυχόν προγενέστερης κατάθεσης και τη χώρα αυτής μόνο στην περίπτωση που διεκδικείται προτεραιότητα.

Τόσο η δήλωση [σε excel] όσο και η αποτύπωση του σήματος [σε .tiff] υποβάλλονται και σε ηλεκτρονική μορφή με την προσκόμιση CD ή USB stick (άρθρα 135 § 2 και 136 § 2 του Ν. 4072/2012).

Η αίτηση – δήλωση κατάθεσης σήματος κατατίθεται σε τέσσερα (4) έγχρωμα [εφόσον το σήμα είναι έγχρωμο] δισέλλιδα πρωτότυπα και υποχρεωτικώς συνοδεύεται από τα ακόλουθα έγγραφα (άρθρα 135, 136 και 177 § 5 του Ν. 4072/2012) :

  1. Αποδεικτικό καταβολής του υπέρ του Δημοσίου τέλους κατάθεσης ύψους εκατόν δέκα (110) Ευρώ καθώς και είκοσι (20) ευρώ για κάθε κλάση μέχρι την δέκατη (άρθρο 179 § 1 του Ν. 4072/2012).
  2. Εξουσιοδότηση ή πληρεξούσιο προς τον εκπρόσωπο ή δικηγόρο του δικαιούχου με επικυρωμένο γνήσιο υπογραφής.
  3. Καταστατικό στην περίπτωση που δικαιούχος είναι προσωπική εταιρεία ή ΦΕΚ εκπροσώπησης στην περίπτωση που δικαιούχος είναι κεφαλαιουχική εταιρεία.
  4. Γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικού συλλόγου σε περίπτωση που την αίτηση υποβάλλει πληρεξούσιος δικηγόρος.
  5. Δύο μεγαρόσημα των 2 € και μία παράσταση, σε περίπτωση που την αίτηση υποβάλλει πληρεξούσιος δικηγόρος.

Τα ξενόγλωσσα έγγραφα που προσκομίζονται κατά την κατάθεση σήματος πρέπει να συνοδεύονται από ελληνική μετάφραση που έχει γίνει από πρόσωπο ή αρχή που έχει το δικαίωμα μετάφρασης σύμφωνα με το νόμο (άρθρο 177 § 6 του Ν. 4072/2012).

Η προστασία του σήματος είναι δεκαετής και αρχίζει από την επομένη της ημερομηνίας κατάθεσης. Η προστασία δύναται να ανανεώνεται ανά δεκαετία με εμπρόθεσμη αίτηση του δικαιούχου, η οποία κατατίθεται εντός του τελευταίου έτους της προστασίας. Σε αντίθετη περίπτωση το σήμα διαγράφεται (άρθρο 148 του Ν. 4072/2012).

Ένδικα Βοηθήματα για την Προσβολή Αποφάσεων της Υπηρεσίας Σημάτων
Η απόφαση της Υπηρεσίας Σημάτων, που απορρίπτει μερικώς ή ολικώς αίτηση καταχώρησης σήματος, προσβάλλεται με προσφυγή του δικαιούχου ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων [ΔΕΣ] (άρθρο 144 § 1 του Ν. 4072/2012). Η προσφυγή ασκείται εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την ηλεκτρονική ανάρτηση της προσβαλλόμενης απόφασης για ημεδαπούς δικαιούχους και εντός ενενήντα (90) ημερών για αλλοδαπούς δικαιούχους (άρθρα 144 § 1 και 177 § 4 του Ν. 4072/2012). Για το παραδεκτό της κατάθεσης προσφυγής απαιτείται η καταβολή παραβόλου εβδομήντα (70) ευρώ (άρθρα 144 § 2 και 3 καθώς και 179 § 1 ιε΄ του Ν. 4072/2012). Πρόσθετοι λόγοι επί της προσφυγής μπορούν να υποβληθούν δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της ΔΕΣ (άρθρο 144 § 6 του Ν. 4072/2012).

Η απόφαση της Υπηρεσίας Σημάτων, που δέχεται μερικώς ή ολικώς αίτηση καταχώρησης σήματος, προσβάλλεται με ανακοπή ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων [ΔΕΣ] λόγω συνδρομής των λόγων απόλυτου ή σχετικού απαραδέκτου αναφορικά με την σχετική υπό καταχώρηση ένδειξη (άρθρο 140 § 1 του Ν. 4072/2012). Η ανακοπή ασκείται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ηλεκτρονική ανάρτηση της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρο 140 § 1 του Ν. 4072/2012). Δικαιούχος υποβολής της ανακοπής είναι αφενός στην περίπτωση της συνδρομής των λόγων απολύτου απαραδέκτου οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, συμπεριλαμβανομένων των επιμελητηρίων και των ενώσεων καταναλωτών, και αφετέρου στην περίπτωση της συνδρομής των λόγων σχετικού απαραδέκτου οποιοσδήποτε δικαιούχος των θιγόμενων προγενέστερων σημάτων ή διακριτικών γνωρισμάτων, καθώς και οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος προς τούτο κάτοχος αδειών χρήσης των σημάτων / γνωρισμάτων αυτών (άρθρο 140 § 2 και 3 του Ν. 4072/2012). Για το παραδεκτό της κατάθεσης ανακοπής απαιτείται η καταβολή παραβόλου εβδομήντα (70) ευρώ (άρθρα 140 § 4, 141 και 179 § 1 ιε΄ του Ν. 4072/2012).

Η ανακοπή συνοδεύεται από έγγραφο που πιστοποιεί την καταβολή του τέλους ανακοπής και πρέπει να περιέχει (άρθρο 141 του Ν. 4072/2012) :

  • τον αριθμό της αίτησης – δήλωσης κατά της οποίας στρέφεται και τα στοιχεία του δικαιούχου της,
  • τους λόγους στους οποίους στηρίζεται με ειδική μνεία του προγενέστερου σήματος ή δικαιώματος ως και των προϊόντων και υπηρεσιών, στα οποία βασίζεται η ανακοπή,
  • σαφή προσδιορισμό των προϊόντων ή υπηρεσιών της δήλωσης κατά των οποίων στρέφεται η ανακοπή.

Επικυρωμένο αντίγραφο της ανακοπής, με πράξη ορισμού συζήτησης και κλήση σε αυτή, κοινοποιείται κατά περίπτωση στον καταθέτη ή τον αντίκλητο αυτού, με δικαστικό επιμελητή, δέκα (10) πλήρεις ημέρες πριν τη συνεδρίαση της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, με επιμέλεια του ανακόπτοντος (άρθρο 142 § 1 του Ν. 4072/2012).

Πρόσθετοι λόγοι επί της ανακοπής μπορούν να υποβληθούν δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της ΔΕΣ. Με επιμέλεια του ανακόπτοντος, επικυρωμένο αντίγραφο των πρόσθετων λόγων κοινοποιείται κατά περίπτωση στον καταθέτη ή τον αντίκλητο αυτού, με δικαστικό επιμελητή, πέντε (5) ημέρες πριν τη συνεδρίαση της ΔΕΣ (άρθρο 142 § 2 του Ν. 4072/2012).

Μετά από αίτηση του καταθέτη, ο ανακόπτων, δικαιούχος προγενέστερου σήματος κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 124, οφείλει να αποδείξει είτε ότι κατά τη διάρκεια πέντε ετών που προηγήθηκαν της δημοσίευσης της δήλωσης του σήματος είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίσθηκε και στα οποία βασίζεται η ανακοπή είτε ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον, κατά την ημερομηνία αυτή, το προγενέστερο σήμα ήταν καταχωρισμένο τουλάχιστον για πέντε έτη. Η αίτηση για απόδειξη ουσιαστικής χρήσης υποβάλλεται, επί ποινή απαραδέκτου, κατά την εξέταση της ανακοπής ενώπιον της Δ.Ε.Σ. Στην περίπτωση αυτή, ο Πρόεδρος της Επιτροπής χορηγεί προθεσμία τουλάχιστον είκοσι ημερών από τη ημέρα συζήτησης στον ανακόπτοντα προκειμένου αυτός να παράσχει αποδεικτικό υλικό για την αιτούμενη χρήση. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, ο καταθέτης του σήματος ενημερώνεται για το αποδεικτικό υλικό προκειμένου να υποβάλει τις παρατηρήσεις του, εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών. Η Επιτροπή εξετάζει την υπόθεση βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίστηκαν και των ισχυρισμών που προβλήθηκαν από τα μέρη. Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της ανακοπής, θεωρείται καταχωρισμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή υπηρεσιών. Εάν ο ανακόπτων δεν αποδείξει την ουσιαστική χρήση του σήματος του ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση αυτού, η ανακοπή απορρίπτεται χωρίς να εξετάζεται η ουσία της υπόθεσης (άρθρο 143 του Ν. 4072/2012).

Εάν, από την εξέταση της ανακοπής, προκύψει ότι η καταχώριση του σήματος δεν μπορεί να γίνει δεκτή για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτό διακρίνει, η δήλωση απορρίπτεται είτε στο σύνολο της ή εν μέρει για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες. Σε αντίθετη περίπτωση η ανακοπή απορρίπτεται και η δήλωση κατάθεσης γίνεται δεκτή (άρθρο 142 § 5 του Ν. 4072/2012).

Περαιτέρω, πέρα από την ανακοπή προβλέπεται διαδικασία ενώπιον της ΔΕΣ για την ακύρωση σήματος. Σύμφωνα με αυτή καταχωρημένο σήμα κηρύσσεται άκυρο και διαγράφεται εάν καταχωρίσθηκε κατά παράβαση των λόγων απόλυτης και σχετικής ακυρότητας των άρθρων 123 και 124 του Ν. 4072/2012 (άρθρο 161 § 1 του Ν. 4072/2012). Η αίτηση για διαγραφή λόγω έκπτωσης ή λόγω ακυρότητας υποβάλλεται με έγγραφο που κατατίθεται στην Υπηρεσία Σημάτων από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον και εξετάζεται από τη ΔΕΣ (άρθρο 162 § 1 του Ν. 4072/2012). Η τελεσίδικη απόφαση περί διαγραφής του σήματος λόγω ακυρότητας εγγράφεται στο μητρώο σημάτων και το σήμα διαγράφεται από αυτό (άρθρο 161 § 6 του Ν. 4072/2012).

Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει το ένδικο μέσο της επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση. Σύμφωνα με αυτό, αν ο καταθέτης ή δικαιούχος σήματος ή οποιοσδήποτε άλλος διάδικος δεν τηρήσει μια προθεσμία σε διαδικασία ενώπιον της Υπηρεσίας σημάτων ή της ΔΕΣ (ιδίως για ανανέωση ή αίτηση διαγραφής) εξαιτίας ανωτέρας βίας, τυχηρού ή άλλου σπουδαίου λόγου, μπορεί να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, εφόσον απώλεσε δικαίωμα ή ένδικο βοήθημα. Η αίτηση υποβάλλεται ενώπιον της ΔΕΣ εντός προθεσμίας δύο μηνών από την παύση του κωλύματος και σε κάθε περίπτωση εντός ενός έτους από τη λήξη της προθεσμίας που δεν τηρήθηκε[44]. Η απόφαση της ΔΕΣ δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Ο αιτών που πέτυχε την αποκατάσταση δεν μπορεί να την επικαλεσθεί έναντι τρίτων που τυχόν απέκτησαν καλόπιστα δικαίωμα κατά το διάστημα που μεσολάβησε (άρθρο 149 του Ν. 4072/2012).

Κατά την προβλεπόμενη διαδικασία ενώπιον της ΔΕΣ οι διάδικοι παρίστανται με δικηγόρο, μπορούν δε να αναπτύξουν τους ισχυρισμούς τους εγγράφως ενώπιον της Επιτροπής και να υποβάλουν κάθε χρήσιμο για την υποστήριξη της υποθέσεως τους στοιχείο ή έγγραφο. Από την απουσία των διαδίκων δεν τεκμαίρεται ομολογία. Η Επιτροπή δικάζει ως να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Ενώπιον της Επιτροπής γίνονται δεκτά τα αποδεικτικά μέσα που προβλέπονται από της διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Γίνονται δεκτές ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου με κλήτευση του αντιδίκου προ σαράντα οκτώ ωρών. Η Επιτροπή μπορεί να επιτρέψει την εξέταση μαρτύρων ενώπιον της. Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες. Περιλήψεις των αποφάσεων που δέχονται το σήμα δημοσιεύονται στο διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου. Οι απορριπτικές αποφάσεις κοινοποιούνται με επιμέλεια της Υπηρεσίας προς τους διαδίκους ή τους αντικλήτους αυτών. Όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να παρέμβει ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων. Η παρέμβαση ασκείται με έγγραφο που κατατίθεται στην Υπηρεσία Σημάτων και κοινοποιείται με επιμέλεια του παρεμβαίνοντος στους διαδίκους, με δικαστικό επιμελητή, πέντε (5) ημέρες πριν από τη συζήτηση (άρθρο 145 § 6-9 του Ν. 4072/2012).

Οι αποφάσεις της ΔΕΣ επί ανακοπών ή προσφυγών υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση των προσβαλλομένων αποφάσεων. Η προσφυγή έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα (άρθρο 146 § 1 και 2 του Ν. 4072/2012).

Περισσότερα
Γενική Γραμματεία Εμπορίου.
Ν. 4072/2012, 3ο Μέρος, Σήματα (ΦΕΚ 86/Α/11-04-2012).