Η Προστασία των Δασών στην Ελληνική Νομοθεσία

H νομική έννοια του δάσους και της δασικής έκτασης καθορίζει την υπαγωγή ή όχι μιας εδαφικής έκτασης στο προστατευτικό πεδίο των διατάξεων της δασικής νομοθεσίας. Για τον λόγο αυτόν ο ορισμός του δάσους στο Σύνταγμα και την Ελληνική νομοθεσία έχει διαχρονικά καταστεί καθοριστικός για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων της χώρας.

Ο νομικός ορισμός της έννοιας του δάσους έχει γίνει αντικείμενο επανειλημμένων παρεμβάσεων του κοινού και συνταγματικού νομοθέτη καθώς και δημιουργικών ερμηνειών από τα ανώτατα δικαστήρια της χώρας. Ενδεικτικά, αναφέρεται η ψήφιση της ερμηνευτικής δήλωσης του άρθρου 24 του αναθεωρημένου Συντάγματος του 2001, ο Ν. 3208/2003, οι Ν. 3818/2010 και 3889/2010 αλλά και οι αποφάσεις ΑΕΔ 27/1999 και ΣτΕ Ολ 32/2013.

Η κυρίαρχη κατεύθυνση στις μεταβολές της έννοιας του δάσους στην εγχώρια νομοθεσία και νομολογία είναι η μετατόπιση από τη θεώρηση των δασών και δασικών εκτάσεων μονοσήμαντα ως οικονομικών με δασοπονική αξία αγαθών σε αγαθά με οικολογικές λειτουργίες (Π&Δ 1/2013, παρατ. Μαριά στην ΣτΕ Ολ 32/2013).

Ορισμοί
Ως δάσος ή δασικό οικοσύστημα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών με ξυλώδη κορμό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους, τα οποία, μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλοεπίδρασής τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Δασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά (ερμηνευτική δήλωση άρθρου 24 Σ, άρθρο 3 § 1 και 2 του Ν. 998/1979).

Νομικό Πλαίσιο
Το εύρος και τα όρια της συνταγματικής προστασίας των δασών περιγράφονται στο άρθρο 24 § 1 του Συντάγματος. Ο εκτελεστικός νόμος των παραπάνω συνταγματικών διατάξεων είναι ο Νόμος 998/1979 «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας» (ΦΕΚ 289/Α/1979).

Τέλος, τα επιστημονικά κριτήρια και τα λοιπά συνεκτιμώμενα στοιχεία για την υπαγωγή εκτάσεων στην έννοια του δάσους προβλέπονται στο ΠΔ 32/2016 (ΦΕΚ 46/Α/31-03-2016).

Η Νομική Έννοια του Δάσους
Το Σύνταγμα, προστατεύοντας διά του άρθρου 24 το δάσος και τις δασικές εκτάσεις, παραπέμπει στην επιστημονική έννοια των εδαφικών τούτων οικοσυστημάτων, προς την οποία υποχρεούται να συμμορφωθεί και ο νομοθέτης, κατά την ειδικότερη οργάνωση της συνταγματικής προστασίας. Είναι δε, κατά την οικεία επιστήμη (δασική οικολογία), δάσος ή δασικό οικοσύστημα, οργανικό σύνολο αγρίων φυτών με ξυλώδη κορμό επί της επιφανείας εδάφους, τα οποία, μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν, διά της αμοιβαίας αλληλεξαρτήσεως και αλληλεπιδράσεώς τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Εξ άλλου, δασική έκταση υπάρχει όταν στο ανωτέρω σύνολο η αγρία ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά. Κρίσιμη, επομένως, για την έννοια του δάσους και της δασικής εκτάσεως είναι ο οργανική ενότητα της δασικής (δενδρώδους ή θαμνώδους) βλαστήσεως, η οποία καθιστάμενη διά των ειρημένων διασυνδέσεων της όλης δασογενούς χλωρίδας και πανίδας, προσδίδει μόνη σε αυτό την ιδιαιτέρα του ταυτότητα ως δασικού οικοσυστήματος. Νομικώς η ενότητα αυτή δύναται να συνάγεται εκ των εις τα στοιχεία του φακέλου περιγραφομένων χαρακτηριστικών της περί ης εκάστοτε πρόκειται αγρίας ξυλώδους βλαστήσεως. Πάντως, εφόσον υπάρχει η ενότητα αυτή, υφίσταται η αντικειμενική προϋπόθεση της εννοίας του δάσους ή δασικής εκτάσεως, τεκμαίρεται δε ως αυτονόητη και αυταπόδεικτη η συνυπάρχουσα θεμελιώδης λειτουργία παντός δασικού οικοσυστήματος, που συμβάλλει στην ισορροπία του φυσικού περιβάλλοντος, ήτοι ο κύριος ρόλος του εις τον κύκλο άνθρακος και στην παραγωγή οξυγόνου, η συγκράτηση των ομβρίων υδάτων και του χώματος κ.ο.κ. Τοιουτρόπως δεν απαιτείται να βεβαιούται εκάστοτε ρητώς και ειδικώς κατά τον χαρακτηρισμό δάσους ή δασικής εκτάσεως η προϋπόθεση αυτή (ΑΕΔ 27/1999).

Κατά συνέπεια, για τον χαρακτηρισμό μίας έκτασης ως δάσους υφίσταται μόνο μία προϋπόθεση, η οργανική ενότητα αυτού, «ώστε αν αυτή υπάρχει, έπεται κατ΄ ανάγκην, πλεοναστικώς αναφερομένη εις τον νόμον, η συμβολή του δάσους στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας και στην εξυπηρέτησιν της διαβιώσεως του ανθρώπου ή με τα προϊόντα της δασοπονίας» (ΑΕΔ 27/1999). Σύμφωνα επομένως με την απόφαση αυτή του ΑΕΔ, το δασικό οικοσύστημα, δυνάμενο να δημιουργηθεί από την οργανική ενότητα όλων των ειδών των αγρίων ξυλωδών φυτών, δύναται μεν να προσφέρει και δασικά προϊόντα στον άνθρωπο, πλην δεν παύει να υφίσταται και όταν για ποικίλους λόγους δεν συντρέχει η προϋπόθεση αυτή (βλ. ΣτΕ Ολ 32/2013).

Τούτου δε έπεται ότι: α) είναι αδιάφορο το είδος ή τα είδη αγρίων ξυλωδών φυτών, από τα οποία αποτελείται η δασική βλάστηση, εάν δηλαδή είναι δασοπονικά ή μη, εφ΄ όσον τα είδη αυτά αποτελούν οργανική ενότητα και β) η προσθήκη της λέξεως «αναγκαία» εντάσσεται στους ορισμούς του δάσους και της δασικής εκτάσεως και δεν τους ανατρέπει, δεν απαιτεί δηλαδή το Σύνταγμα μία αριθμητικώς προσδιορισμένη ελάχιστη έκταση προς δασοπονική εκμετάλλευση ή προς ικανοποίηση της «κοινής λογικής», αλλά την έκταση που είναι πράγματι αναγκαία, προκειμένου να λειτουργήσει ένα δασικό οικοσύστημα, αναλόγως της θέσεως αυτού (υψόμετρο, γεωγραφικό πλάτος και μήκος) και των επικρατουσών σε αυτήν εδαφολογικών, κλιματικών και άλλων συνθηκών. Κατά την έννοια συνεπώς της ανωτέρω ερμηνευτικής δηλώσεως, κριτήριο υπάρξεως του δασικού οικοσυστήματος είναι η οργανική ενότητα της επ΄ αυτού βλαστήσεως, τούτο δε κρίνεται εν όψει του είδους και της ηλικίας αυτής καθώς και της θέσεως του εδάφους, επί του οποίου φύεται και των επικρατουσών σε αυτό συνθηκών [Άρθ. 1 (§§ 1-2), 23 (§ 2) Ν 3208/2003 (ΦΕΚ Α΄ 303), ΥΑ 90532/174/2005 (ΦΕΚ Β΄ 370), ΣτΕ Ολ 32/2013].

Τα κριτήρια που λαμβάνονται σωρευτικά για τον προσδιορισμό της οργανικής ενότητας, είναι τα εξής (άρθρο 2 του ΠΔ 32/2016) :

Αναγκαία Επιφάνεια Εδάφους – ως ενδεικτικό προσδιοριστικό αριθμητικό δεδομένο για την ύπαρξη δάσους ή δασικής έκτασης, νοείται η εδαφική έκταση που καλύπτεται από δασική βλάστηση (υψηλή ή θαμνώδη), έχει τα οικολογικά χαρακτηριστικά της δασοβιοκοινότητας και του ιδιαίτερου δασογενούς περιβάλλοντος και αποτελεί, κατά τους κανόνες της δασολογικής επιστήμης, λειτουργική διαχειριστική μονάδα που συμβάλλει στην οικολογική ισορροπία του περιβάλλοντος ορισμένης περιοχής. Ως τέτοια επιφάνεια δίδεται, ενδεικτικά, η έχουσα μέγεθος λόχμης με ελάχιστο εμβαδόν επτακόσια τετραγωνικά μέτρα (700 τ.μ.), επιφάνεια, χωρίς να αποκλείονται, λόγω της αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης και των ιδιαίτερων εκάστοτε συνθηκών, και εκτάσεις με δασική βλάστηση μικρότερες αυτής, στις περιπτώσεις που περιβάλλονται ή συνορεύουν με άλλες εκτάσεις δασικού χαρακτήρα ή που συντρέχουν οι προϋποθέσεις του επόμενου κριτηρίου.

Δασοβιοκοινότητα – Το σύνολο των άγριων φυτών με ξυλώδη κορμό, τα οποία μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασής τους ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Κατά την εξέταση του κριτηρίου αυτού λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία της δασικής οικολογίας, όπως:

  1. Η φυόμενη επί της εκτάσεως άγρια ξυλώδης βλάστηση (υψηλή ή θαμνώδης). Τα στοιχεία της χλωρίδας που συνθέτουν την ξυλώδη βλάστηση (είδη και σύνθεση αυτής).
  2. Η ύπαρξη άγριας ζωής ως στοιχείο της δασοβιοκοινότητας μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης της υπάρχουσας χλωρίδας και πανίδας.
  3. Η φυτοκοινωνιολογική ζώνη στην οποία υπάγεται η περιοχή της υπό εξέταση εκτάσεως.
  4. Οι εδαφολογικές συνθήκες (είδος και βάθος εδάφους, γόνιμο, άγονο, επιδεκτικό ή μη καλλιέργειας).
  5. Οι σταθμολογικές συνθήκες (τοπογραφία, ανάγλυφο, υπερθαλάσσιο ύψος, έκθεση ως προς τον ορίζοντα, κλίσεις εδάφους).
  6. Το γεωλογικό υπόστρωμα (υπέδαφος, μητρικό πέτρωμα).
  7. Οι κλιματολογικές συνθήκες (πώς επηρεάζουν την ανάπτυξη και εξέλιξη της βλάστησης ιδιαίτερα σε σχέση με την κλιματική ζώνη, μέσο ύψος βροχής, διάρκεια ξηροθερμικών περιόδων κ.λπ.).
  8. Η θέση της έκτασης σε σχέση με την ευρύτερη περιοχή (στοιχεία όμορων και παρακείμενων εκτάσεων, απόσταση εξ αυτών, είδος βλάστησης) καθώς και αν η έκταση ευρίσκεται εντός αλπικής ζώνης ή επί άβατων κλιτύων ορέων (αναφορικά με εκτάσεις που καλύπτονται από οποιαδήποτε ξυλώδη ή μη βλάστηση και ευρίσκονται εντός και υπεράνω των δασών και δασικών εκτάσεων).

Θεωρείται δασική έκταση και όχι δάσος η αραιά δασική βλάστηση όπου μεταξύ των διακένων των δασικών ατόμων δύναται να παρεμβληθεί άτομο με κανονική κόμη και εφόσον στο σύνολο της έκτασης ο μέσος βαθμός συγκόμωσης δεν υπερβαίνει το 25% (αραιά συγκόμωση). Το κριτήριο είναι ενδεικτικό και μπορεί η έκταση να αποτελεί δάσος και με μικρότερη συγκόμωση (άρθρο 3 του ΠΔ 32/2016).

Έκταση Εφαρμογής της Έννοιας του Δάσους
Πέρα από όσες εκτάσεις εμπίπτουν στον ορισμό του δάσους, που προβλέπεται στο Σύνταγμα, ως δάση και δασικές εκτάσεις χαρακτηρίζονται ρητώς από την Ελληνική νομοθεσία :

Οι οποιασδήποτε φύσεως ασκεπείς εκτάσεις (φρυγανώδεις ή χορτολιβαδικές εκτάσεις, βραχώδεις εξάρσεις και γενικά ακάλυπτοι χώροι) που περικλείονται, αντιστοίχως, από δάση και δασικές εκτάσεις, καθώς και οι υπεράνω των δασών ή δασικών εκτάσεων ασκεπείς κορυφές ή αλπικές ζώνες των ορέων και οι άβατοι κλιτύες αυτών (άρθρο 3 § 3 του Ν. 998/1979).
Τα εντός των πόλεων και των οικιστικών περιοχών πάρκα και άλση, το περιαστικό πράσινο, οι κηρυγμένες δασωτέες ή αναδασωτέες εκτάσεις (άρθρο 3 § 4 του Ν. 998/1979).
Τμήματα πάρκου ή άλσους, τα οποία φέρουν μη δασική βλάστηση συνδέονται όμως οργανικά με το σύνολο του πάρκου ή άλσους υπό την έννοια ότι συμβάλλουν στη διατήρηση της φυσικής ισορροπίας του συνόλου (άρθρο 3 § 4 του Ν. 998/1979).
Οι χορτολιβαδικές εκτάσεις που βρίσκονται επί ημιορεινών, ορεινών και ανώμαλων εδαφών και συγκροτούν φυσικά οικοσυστήματα αποτελούμενα από φρυγανική, ποώδη ή άλλη αυτοφυή βλάστηση ή από δασική μεν βλάστηση που δεν συνιστά δασοβιοκοινότητα (άρθρο 3 § 5 α’ του Ν. 998/1979).
Οι βραχώδεις ή πετρώδεις εκτάσεις των ημιορεινών, ορεινών και ανώμαλων εδαφών (άρθρο 3 § 5 β’ του Ν. 998/1979).

Εντούτοις, δεν χαρακτηρίζονται ως δάσος και δεν καλύπτονται από την αντίστοιχη προστασία :

  • Οι ανέκαθεν γεωργικώς καλλιεργούμενες εκτάσεις (άρθρο 3 § 6 α’ του Ν. 998/1979).
  • Οι χορτολιβαδικές, βραχώδεις ή πετρώδεις εκτάσεις, που στη λήψη Α/Φ έτους 1945 ή, εφόσον αυτές δεν είναι ευκρινείς, του 1960, εμφάνιζαν αγροτική μορφή (άρθρο 3 § 5 β’ του Ν. 998/1979).
  • Οι τεχνητές δασικές φυτείες που δημιουργούνται από τους ιδιοκτήτες τους, ως και οι από αυτούς φυτεύσεις δένδρων, με σκοπό την παραγωγή και εμπορία δασικών προϊόντων ή την αναβάθμιση της αισθητικής του τοπίου (άρθρο 3 § 6 γ’ του Ν. 998/1979).
  • Οι αλυκές (άρθρο 3 § 6 δ’ του Ν. 998/1979).
  • Αμμώδεις εκτάσεις της παραλιακής ζώνης, που δεν καταλαμβάνονται από δασική βλάστηση (άρθρο 3 § 6 ε’ του Ν. 998/1979).
  • Τα πεδινά ρέματα που δεν φέρουν δασική βλάστηση (άρθρο 3 § 6 στ’ του Ν. 998/1979).
  • Οι περιοχές για τις οποίες υφίστανται εγκεκριμένα σχέδια πόλεως ή καταλαμβάνονται υπό οικισμών, τα όρια των οποίων έχουν εγκριθεί με πράξεις της Διοίκησης ή βρίσκονται εντός ορίων εγκεκριμένων πολεοδομικών μελετών ή ρυμοτομικών σχεδίων και όπως τα όρια αυτά έχουν εφαρμοσθεί στο έδαφος ή πρόκειται περί οικοδομήσιμων εκτάσεων των οικιστικών περιοχών ή αποτελούν εκτάσεις Οργανωμένων Υποδοχέων Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων, για τις οποίες έχει εγκριθεί η οριοθέτηση ή το ρυμοτομικό τους σχέδιο (άρθρο 3 § 6 ζ’ του Ν. 998/1979).
  • Οι ζώνες των αποστραγγιστικών δικτύων, που φέρουν δασική βλάστηση φυσικώς ή τεχνητώς δημιουργημένη (άρθρο 3 § 6 η’ του Ν. 998/1979).

Η Προστασία των Δασών στο Ελληνικό Σύνταγμα
Το άρθρο 24 του Συντάγματος προβλέπει ότι : [η] προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον».

Οι υποχρεώσεις του κράτους αλλά και τα δικαιώματα των πολιτών αναφορικά με την προστασία των δασών εξειδικεύονται περαιτέρω με τον εκτελεστικό του Συντάγματος Νόμο 998/1979.

Η Προστασία των Δασών στην Ελληνική Νομοθεσία
Στον Νόμο 998/1979 προβλέπεται ότι : «[ο]ι δασικές εκτάσεις είναι δημόσιες και συνιστούν εθνικό κεφάλαιο, που η προστασία του αποτελεί υποχρέωση των κρατικών οργάνων κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους και συγχρόνως υποχρέωση και δικαίωμα των πολιτών» (άρθρο 2 του Ν. 998/1979).

Περαιτέρω, στον Ν. 998/1979 προβλέπεται η σύνταξη δασικών χαρτών και δασολογίου καθώς και η μέχρι τη σύνταξη του δασολογίου προσωρινή επίλυση του χαρακτηρισμού μιας εκτάσεως ως δάσους ή δασικής (τρίτο κεφάλαιο, άρθρα 12-14), η προστασία των δασών από τις πυρκαγιές (τρίτο κεφάλαιο, άρθρα 23-36), οι υποχρεώσεις του κράτους για την αναδάσωση, την αναδημιουργία δηλαδή της δασικής βλαστήσεως που έχει κατά οποιοδήποτε τρόπο καταστραφεί ή σημαντικώς αραιωθεί ή κατ΄ άλλον τρόπο υποβαθμιστεί (τρίτο κεφάλαιο, άρθρα 37-44). Έτσι, η αναδάσωση, που είναι υποχρεωτική εάν δάσος ή δασική έκταση καταστραφεί ή αποψιλωθεί, πλην άλλων, με παράνομη υλοτομία (άρθ. 38 § 1), κηρύσσεται με διοικητική πράξη που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (άρθ. 41 § 1).